GEORG TRAKL
ΛΙΜΠΟ
Στα
τείχη τα φθινοπωριάτικα, εκεί γυρεύουν ίσκιοι
στον
λόφο επάνω το μουσικό χρυσάφι
εσπερινά
σύννεφα που βόσκουν
στων
ξεραμένων πλατανιών τη γαλήνη.
Δάκρυα
σκοτεινότερα αποπνέει ο καιρός αυτός,
κατάρα,
όποτε του ονειροπόλου η καρδιά ξεχειλίζει
εσπερινή
πορφύρα,
της
πόλης και των καπνών της αθυμία·
ψύχος
χρυσό φυσάει πίσω από τον οδοιπόρο,
από
τον ξένο, μέσ’ από το κοιμητήριο,
σαν
ίσκιος που ακολούθαγε τρυφερό ένα πτώμα.
Απόσιγο
ηχεί το πέτρινο κτίσμα·
των
ορφανών ο κήπος, το σκοτεινό νοσοκομείο,
ένα
πλοίο στο κανάλι κόκκινο.
Με
όνειρα ανεβαίνουν και βουλιάζουν στο σκοτάδι
άνθρωποι
σε προχωρημένη σήψη
και
μέσ’ από πύλες μαυρωπές
προβάλλουν
άγγελοι με μέτωπα κρύα·
γλαυκότης,
των μανάδων μοιρολόγια.
Στα
μακριά τους μαλλιά κυλάει
ένα
πύρινο τσέρκι, η στρόγγυλη μέρα
της
γης το δίχως τελειωμό μαρτύριο.
Σε
κάμαρες ψυχρές και δίχως νόημα
μουχλιάζουν
σκεύη, με σκελετωμένα χέρια
ψηλαφεί
στο γαλάζιο να βρει παραμύθια
η
ανόσια παιδική ηλικία,
ο
χοντρός ποντικός ροκανίζει πόρτες και κασέλες,
κάποια
καρδιά
πήζει
στη σιγή που είναι χιόνι.
Αντιλαλούν
οι άλικες κατάρες
της
πείνας μες στο σκότος που σαπίζει,
οι
μαύρες ρομφαίες του ψεύδους,
λες
και σωριάστηκε χάμω χάλκινη πύλη.
Μετάφραση:
Γιώργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου