ΔΗΜΗΤΡΗΣ
ΖΑΧΑΡΑΚΗΣ
ΔΕΡΙΓΝΥ
Βράδυ,
κοντά μεσάνυχτα, καλοκαίρι
κατέβαινε
τη Δεριγνύ
με συνοδό,
πιθανώς
τον αδελφό του. Και φανερά,
σκληρή
ανάγκη τον φέρνει στην Αθήνα.
Λεπτός
από την άσκηση, το ράσο του
έπλεε
πάνω στο σώμα. Η σιωπή τους
απέπνεε
την
πορεία
και το δεσμό.
Αριστερά
ο συνοδός τον ασκητή
κρατούσε
από τον καρπό πολύ απαλά
ακουμπώντας
την παλάμη στο στήθος του
ανοιχτή.
Οδηγεί μαζί και οδηγείται.
Με
ορθάνοιχτα τα μάτια προχωρούσε
ο
άλλος. Σα φοβισμένο ζώο και σαν
υπνωτισμένος.
Γύρω τους ξένοι παντού
χαμηλόφωνοι
στα ρείθρα και τα σκαλιά.
Οι
νεραντζιές επέτειναν το σκοτάδι.
Διακρίνονταν
τα φώτα των πορνείων
και
του χασίς η μυρωδιά, η θέρμη της φτώχειας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου