ΗΡΙΝΝΑ
ΤΡΙΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ
1
Από χέρια λεπτοφυή εβγήκε αυτό το έργο· υπάρχουν, Προμηθέα υπέρτατε,
και άνθρωποι που τις τέχνες τις εικαστικές το ίδιο καλά ασκούν μ’ εσένα.
Αν όποιος στο κοράσι που τόσο πιστά εζωγράφισε
έδινε και φωνή, η Αγαθαρχίς ολοζώντανη θε νά ’ταν.
(Παλατινή Ανθολογία, VI 352)
2
Ω στήλη και ω Σειρήνες μου, κι εσύ του πένθους ω υδρία,
που έχεις φυλαγμένη εντός σου λίγη σποδό απ’ τον Άδη,
όσους από το μνήμα μου περνούν να μου τους χαιρετάτε
είτε είναι από τα μέρη μας είτε και από τόπους άλλους·
πως νιόνυφη ο τάφος μ’ έχει μέσα, να τους το λέτε να το μάθουν·
και πως Βαυκίδα μ’ έλεγε ο πατέρας μου, και ότι πατρίδα μου
η Τήλος είναι – να το ξέρουν· να λέτε επίσης ότι αυτό το επίγραμμα
στον τύμβο μου η καλή μου φίλη η Ήριννα το έχει χαραγμένο
(Παλατινή Ανθολογία, VII 710)
3
Η νιόνυφη η Βαυκίδα είμαι. Καθώς περνάς ξυστά από την πολύ-
κλαυτή μου στήλη, ω ξένε, αυτά να πεις στον υποχθόνιο Άδη λόγια:
«Εσύ, Άδη, την εβάσκανες». Και όταν τα ωραία θα βλέπεις χαραγμένα γράμματα,
εκείνα τη φριχτότατη την τύχη της Βαυκώς θε να σου αναγγέλλουν:
με τις πεύκινες τις δάδες του υμέναιου που ακόμα ετραγουδιότανε
τη νεκρική ο πεθερός της άναψε πυρά και την καημένη εμένα μ’ έκαψε.
Κι εσύ, Υμέναιε, το μελωδικό του γάμου μου τραγούδι
έπιασες και το αρμόνισες, του θρήνου γοερή οιμωγή να γίνει.
(Παλατινή Ανθολογία, VII 712)
Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου