PAUL ELUARD
ΑΠΟ ΜΟΝΑΞΙΑ ΣΕ ΜΟΝΑΞΙΑ ΠΡΟΣ ΤΗ ΖΩΗ
Τω καιρώ εκείνω μια παράδοξη παραίτηση είχε διαδεχθεί την τρομοκρατία και την εξέγερση. Άγιες και μάρτυρες αφθονούσαν.
Ι
Είμαι καλή με τους ισχυρούς
Με τους καλούς είμαι αδύναμη
Είμαι οι λέξεις που πρέπει να πω
Τη λήθη απλώς για να εμπνεύσω
Είμαι κόρη κάποιας λίμνης
Που δεν έχει θολωθεί
Και κάποιου διάφανου και γαλανού ουρανού
Ίσαμε τα ήσυχά μου πόδια
Και κόρη κάποιας άνοιξης
Που ποτέ της δεν τελειώνει
Γελάω με βιασμούς παράλογους
Είμαι πάντοτε ανθισμένη…
ΙΙ
Για να κρατήσει ως όφειλε
Τον ρόλο του μες στα σκοτάδια
Έγινε ο ίδιος φυλακή
Αντανακλά τους τοίχους της
Η στάμνα του είναι από σάρκα ρυπαρή
Στο ψωμί του μοιάζει η πείνα του
Καμία δεν τον αποσπά ελπίδα
Και άνευ λόγου η πόρτα παίζει
Κιονόκρανο από της φωτιάς το αίμα
Καλυμμένο με αγκάθια ολόκληρο
Ο αέρας που ανασαίνει του ξεσκίζει
Την από μέσα γύμνια του
Από τη σκουριασμένη του καρδιά αύριο
Θα φύγουνε και τα σκουλήκια ακόμα
Ο τόπος θα ερημώσει πια
Σε μιαν έρημο αιώνια μέσα…
ΙΙΙ
Γεννημένο από την αγία και τον μάρτυρα
Κι ωστόσο νά το το παιδί το τέλειο
Σε μιας ενδόμυχης αυγής την κορυφή
Ελαφρύ και βαρύ σαν όλα τα παιδιά
Στον κόσμο την εμπιστοσύνη φέρνει
Τόσους ήλιους όσες και νύχτες
Έχει τα χέρια του μες στα ρυάκια
Το στόμα του χορεύει φιλιά σκορπώντας
Και σκύλοι πιστοί είναι τα μάτια του
Στο σούρουπο είναι μικρό –
Όνειρο και ύπνος τοπ κρύβουνε
Ο έρωτας τού δίνει χαρά και μπόι.
Δεκέμβριος 1945
Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου