RAFAEL ALBERTI
ΤΟΥ ΚΡΑΣΟΠΟΥΛΕΙΟΥ Ο ΑΓΓΕΛΟΣ
1
Ήτανε τότε οπού το άνθος του κρασιού επέθαινε στο μισοσκόταδο
και λέγαν ότι από τ’ όνειρο η θάλασσα θαν τό ’σωζε.
Την ημέρα εκείνη κατέβηκα ψηλαφιστά στην ψυχή σου
την ασβεστωμένη και κάθυγρη.
Και διαπίστωσα πως η ψυχή ψύχος κρύβει και σκάλες
και πως όχι μόνο παράθυρο, μα και άλλα μπορεί με τον αντίλαλό της
ν’ ανοίξει μι’ άλλη φωνή, καλή αν είναι.
Σε είδα, της αγωνίας άνθος, ν’ αρμενίζεις κατά σένα,
στο ίδιο σου το πνεύμα επάνω ν’ αρμενίζεις.
(Κάποιος είχε ορκιστεί η θάλασσα πως θα σ’ έσωζε από τ’ όνειρο.)
Ήτανε τότε που διαπίστωσα ότι τείχη κατέρρεαν με στεναγμούς
και ότι στη θάλασσα υπάρχουν πύλες που τις ανοίγουνε λόγια.
2
Το άνθος του κρασιού, νεκρό μες στα βαρέλια,
δίχως νά ’χει δει ποτέ του τη θάλασσα, το χιόνι.
Το άνθος του κρασιού, χωρίς νά ’χει γευτεί το τσάι,
χωρίς νά ’χει ποτέ του δει πιάνο με ουρά.
Τέσσερις επιστάτες ασβεστώνουν τα βαρέλια.
Τα γλυκά κρασιά, θρηνώντας, μπαρκάρουν παράωρα.
Το άνθος του άσπρου κρασιού, χωρίς νά ’χει δει τη θάλασσα, νεκρό.
Τα σκοτάδια και καταπίνει το λάδι, και το κερί ένας άγγελος.
Και να τηνε βήμα το βήμα ολόκληρη η μακρά ιστορία μου.
Το μυστικό φυλάξτε μου, ελιές εσείς και μέλισσες.
Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου