BERTOLT BRECHT
ΣΕ ΚΑΠΟΙΟΝ ΦΙΛΟ ΠΟΙΗΤΗ
Από τη χώρα εκείνη που το χώμα της δεν επετράπη
στα πόδια μας να το πατάνε (μα ευτυχώς, παρά τα τόσα,
εμείς ποθούμε να μιλάμε ακόμα στη δική της γλώσσα)
μιλάς εσύ, σαν κάποιος που το μίσος του με την αγάπη
το κάνει μείγμα, διότι ο αντίζηλός του, με κολπάκια και
εξ εφόδου,
σαν τον καλόν αντεραστή, του έφαγε την ερωμένη:
τη σάρκα των χειλιών θυμάται· τις μασχάλες της (με ρόδου
αρώματα) ποτέ δεν θα ξεχάσει σ’ όση ζωή τού μένει.
Σε διάφορα ποιήματά σου βλέπω στίχους πας και βάζεις
κι είν’ σάμπως πέτρες από γκρεμισμένα σπίτια να στοιβάζεις,
καινούργιους οίκους για να χτίσεις σε ισοπεδωμένους τόπους.
Σ’ το λέω: φοβάμαι παραβλέπεις πως το χέρι σου εκεί τώρα
εικόνες μόνο αγγίζει, και όχι αυτό που είν’ η δική μας χώρα·
το πόδι δεν πατάς στο χώμα, αλλά στων λέξεων τους τρόπους.
Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου