PABLO NERUDA
ΣΤΗΝ ΚΟΥΒΑ
Τὶς ὧρες τοῦτες κύλησε τὸ φῶς
κατὰ τὴν κοιμισμένη γῆ μας
καὶ σὲ μιὰ ἀστραπὴ ἐπίγεια
τῆς Κούβας ἄναψε τὸ ἀστέρι.
Τιμή, τιμὴ σ᾽ αὐτὴ τὴ δράκα
δασύτριχων ἡρώων τῆς αὐγῆς,
τιμὴ στὴν πρώτη-πρώτη λάμψη
του λατινοαμερικάνικου ἥλιου·
τιμὴ καὶ τύμπανα καὶ περηφάνεια
γιὰ τὰ πουλιὰ τοῦ μπαρουτιοῦ
καὶ τῶν ἐξεγερμένων τὶς ὄψεις.
Τοὺς εἶδα ἐγὼ καὶ τοὺς τραγούδησα ὅσους ἤρθανε
καὶ χάρηκα γιορταστικὰ τὰ οἰκοδομήματα
ποὺ ὕψωσαν ὁ ἔρωτας μαζὶ μὲ τὸν ἀγώνα,
τὰ νέα τῶν βοοειδῶν κοπάδια ποὺ γεννήθηκαν
καὶ ὅλη τους τὴν ταραχώδη κίνηση
ποὺ τραγουδώντας πάει καὶ κόβει
στὶς σακχαροφυτεῖες τὰ καλάμια.
Νὰ μάθετε ὅλοι ἐσεῖς οἱ φρέσκιοι
ὅτι τὸ ἐγνώρισα ἐγὼ τὸ χτὲς τῆς Κούβας,
καὶ τῆς Ἀβάνας τὸ προχτὲς τὸ εἶδα·
τζόγος ἤτανε τὰ πάντα καὶ νταϊκίρι,
λευκὲς καὶ νέγρες ξεπουλιόντουσαν,
ἐνῶ σκαρφάλωναν ἐπάνω στὰ μπαλκόνια
κραυγὲς καὶ βογκητὰ πικρῶν στομάτων
παρέα μὲ τὴ σερενάτα τῆς πείνας·
σᾶς τὸ βεβαιώνω ἐγώ: ἔτσι ἦσαν τὰ πράγματα·
μιὰ σαπισμένη τούρτα, σκέτο φουσκί,
τυχαῖο δειλινὸ ἔξω ἀπὸ πορνεῖο.
Καὶ πρὶν ἀπ᾽ ὅλους τοὺς ἄλλους πρῶτος
ἐγὼ τραγούδησα τὸν ἀκρογωνιαῖο ἄθλο,
στὰ βιβλία μου διακήρυξα τὸ μέγα ἔργο,
τὸ πύρινο ρόδο διέδωσα, τὸ φλογερό,
κι ἔβγαλε τὴν Κούβα στὸ παράθυρο
ἡ συντροφική μου ποίηση.
Δὲν διεκδίκησα ποτὲ τιμὲς ἢ ἐγκώμια,
ἁπλὼς τὸ χρέος μου ἔκανα τὸ ἀγωνιστικό.
Μὰ ὅταν εἶχαν ὅλα κερδηθεῖ,
οἱ συγγραφεῖς συνεταιρίστηκαν
καὶ μάζεψαν ὑπογραφές·
καὶ ὅλοι τους ἐκεῖνοι μαζὶ
ἐμπήκανε σ᾽ ἕνα μαντρί, μιὰ στρούγκα,
ἀπ᾽ ὅπου ρίχναν σφαῖρες στὴ φωνή μου
καὶ στὸ κρυστάλλινο τραγούδι μου,
στὴν κομμουνιστικὴ καρδιά μου.
Ἡ πίκρα στὸν αἰώνα ἐτοῦτο
κρυβόταν πάντα καὶ ὕστερα καὶ πρὶν
ἀπὸ κάθε μεγαλειώδη νίκη·
σὰν γάτος ἦταν ποὺ παραμονεύει
τὴν πιὸ ἰλιγγιώδη πτήση
ἀντικαθιστώντας την μέσα στὸ κλουβί
μ᾽ ἕνα φτερούγισμα ποὺ πνέει τὰ λοίσθια.
Πλὴν ὅμως ἔμεινε ἡ αὐγὴ —
ἔμεινε, ναί, καὶ ἔλαμψε στὰ οὐράνια.
Μετάφραση: Γιῶργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου