KONSTANTIN BIEBL
(1898-1951)
ΜΙΑ ΜΑΤΙΑ ΠΑΝΩ ΑΠ’ ΤΟΥΣ ΩΜΟΥΣ
Μια ματιά πάνω από τους ώμους
Μέσ’ απ’ τη σκοτεινή διάβαση όπου χάθηκαν του χωριού
οι πρόκριτοι
Όπως άλλωστε κι εγώ πολλάκις από τους συντρόφους μου
Κατά μήκος υγρών και βρώμικων τειχών
Όταν στη μέση του παιχνιδιού με βγάζανε συνέχεια έξω από
τους μαγικούς τους κύκλους
Ιδίως δε όταν με δυσαρεστούσε των φλαμινγκοπουλιών η
υπεράγαν μεγάλη σοβαρότητα
Εκεί ακριβώς
Θα είχα σε τούτο ’δώ το ένα πόδι πάει
Να σταθώ φέρ’ ειπείν στον παράδεισο
Ενώ θα τα προτιμούσα και τα δύο παρόντα
Αν η ιδιαίτερή τους περιέργεια τά ’φερνε τυχόν
Κατά μήκος υγρών και βρώμικων τειχών
Στην περίφημη έδρα του γερακιού στα τενάγη
Με την απήχηση ασβεστώματος που πέφτει
Διαρκούσης της σφοδρής αβάσιμης πορείας
Που μόνο ο έρωτας να την επιτελέσει κατορθώνει περί τας
ανατολάς του βίου
Κρεμάμενος στο κρύσταλλο του κάθιδρου μετώπου
Στα τειχισμένα παράθυρα πάνω ενός παλιού γοτθικού
μητροπολιτικού ναού
Κατά μήκος υγρών και βρώμικων τειχών
Που έρχονται κάτι παιδιά
Και χαράζουν στις πέτρες τους τη μυστική γραφή τους
Κι ύστερα το βάζουνε στα πόδια
Να μην τα κάνουν τσακωτά
Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου