ΝΙΚΟΣ
– ΑΛΕΞΗΣ ΑΣΛΑΝΟΓΛΟΥ
ΠΡΑΤΗΡΙΟ
ΒΑΝΖΙΝΗΣ
Είμαι
η έρημη ασφαλτωμένη δημοσιά που αφήνεται
σα μεθυσμένη ανηφορίζοντας με τις μοτοσικλέτες,
αισθαντικό, ολονύχτιο φως που αγρυπνά
σ’ ερημικό πρατήριο βενζίνης – γιατί βλέπω
τα ολόκλειστα αυτοκίνητα σαν παίρνουν τη στροφή
με τις σβηστές τους μηχανές, γιατί τα βλέπω
μες στο εκτυφλωτικό τους φως να σου ανάβουν
εξαίσια υπερκόσμια μουσική – κι ακόμα είμαι
το ξαφνικό μελάνιασμα στο καθαρό λουσμένο φως
η κλειδωμένη μου φωνή μέσα στα δάχτυλα
μέσα στο σώμα
Κι εγώ μετεωρίζομαι σα φλέβα
καλοκαιριού, σα να ’χω σβήσει όλα
τα φώτα μου και περιμένω ακόμα
σα μεθυσμένη ανηφορίζοντας με τις μοτοσικλέτες,
αισθαντικό, ολονύχτιο φως που αγρυπνά
σ’ ερημικό πρατήριο βενζίνης – γιατί βλέπω
τα ολόκλειστα αυτοκίνητα σαν παίρνουν τη στροφή
με τις σβηστές τους μηχανές, γιατί τα βλέπω
μες στο εκτυφλωτικό τους φως να σου ανάβουν
εξαίσια υπερκόσμια μουσική – κι ακόμα είμαι
το ξαφνικό μελάνιασμα στο καθαρό λουσμένο φως
η κλειδωμένη μου φωνή μέσα στα δάχτυλα
μέσα στο σώμα
Κι εγώ μετεωρίζομαι σα φλέβα
καλοκαιριού, σα να ’χω σβήσει όλα
τα φώτα μου και περιμένω ακόμα
Από το βιβλίο: Νίκος – Αλέξης Ασλάνογλου, «Ο
δύσκολος θάνατος», Εκδόσεις Νεφέλη, Αθήνα 1985, σελ. 45.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου