PABLO NERUDA
Η ΑΠΑΓΓΕΛΙΑ ΤΩΝ ΠΟΙΗΜΑΤΩΝ
Οἱ ἀπαγγέλλοντες ποιήματα εἶναι ἥρωες τοῦ σύγχρονου κόσμου, ἥρωες λίγο-πολὺ ἔνοπλοι, τὴ μιὰ ἀδύναμοι, τὴν ἄλλη δυνατοί, τὴ μιὰ ὑποβλητικοί, τὴν ἄλλη ἠχηροί· σὲ ὅλους τους ὅμως συνεχίζεται ἡ ἀρχαιότερη παράδοση, αὐτὴ τῆς προφορικῆς ποίησης.
Ἡ ποιητικὴ ἀπαγγελία, πιὸ πολὺ ἀπ᾽ ὅ,τι τὸ σύγχρονο θέατρο, ἔχει κάθε δικαίωμα νὰ προσδιορίζεται ὡς κληρονόμος τοῦ μεγάλου ἀρχαιοελληνικοῦ θεάτρου, τοῦ κατ᾽ ἐξοχὴν ἀπαγγελτικοῦ ποιητικοῦ εἴδους.
Πολλὲς φορὲς ἀναρωτήθηκα πῶς τελειώνει ἕνα ποίημα. Ὅταν τὸ γράφεις μὲ τὸ χέρι καὶ διαβάζεις ὁ ἴδιος τὸ πρωτότυπο χειρόγραφό σου, λείπει κάτι. Ὅταν τὸ γράφεις στὴ γραφομηχανή, τὸ ποίημα εἶναι πιὸ τελειωμένο. Καὶ πάλι ὅμως λείπει κάτι.
Ὅταν δημοσιεύεται σὲ περιοδικό, τώρα πιά, ναί, εἶναι πλῆρες. Ὅμως... πάντα λείπει κάτι.
Τότε βγαίνει τὸ βιβλίο. Ἐδῶ, ναί, ἔχει τελειώσει. Ἐδῶ οἱ ποιητὲς ἔχουμε πιὰ λησμονήσει γιὰ πάντα τὸ ποίημά μας. Βρισκόμαστε ἤδη μακριὰ ἀπὸ αὐτό. Ἔχουμε ἄλλα πράγματα στὸ κεφάλι. Θέλουμε νὰ γράψουμε κάτι πολὺ διαφορετικό. Τὸ ποίημα ἐκεῖνο στὸ βιβλίο φαίνεται πιὰ σὰν νὰ ἔχει πεθάνει.
Καὶ τότε, ξαφνικά, τὸ ἀκοῦμε. Τὸ διαβάζει κάποιος μεγαλόφωνα. Τὸ διαβάζει καλὰ ἢ καὶ ἄσχημα. Τὸ γεγονός, ὅμως, εἶναι ὅτι κάποια ἀνθρώπινη φωνὴ τοῦ δίνει τὶς αἰσθήσεις του καὶ τὸ κάνει νὰ ξαναζήσει.
Τότε, ναί, τότε εἶναι πλήρως τελειωμένο τὸ ποίημα.
Ὅλα τὰ ποιήματα φτιάχνονται γιὰ νὰ διαβάζονται μεγαλόφωνα. Πρέπει νὰ νιώθεις τὰ γράμματα στὸ στόμα, πρέπει νὰ ἀκούγονται οἱ λέξεις, πρέπει νὰ κατοικοῦνται ἀπὸ ἤχους οἱ ἄψυχες ἀράδες τῶν βιβλίων.
Μόνο τότε βγαίνουν ἀπ᾽ τὴν ποίηση τὰ ζωτικά της στοιχεῖα. Μαζὶ βγαίνει καὶ τὸ νόημά της, ὁ ἦχος της, καὶ ἀνεβαίνουν στὴν κορυφὴ τοῦ ρυθμοῦ.
Ὁ ρυθμὸς εἶναι ἐγγενὴς νόμος τῆς ποίησης. Δὲν εἶναι μόνο τὸ ἔνδυμά της, ἀλλὰ καὶ τὸ αἷμα της, τὸ ζωτικὸ κυκλοφορικό της σύστημα.
Πρέπει νὰ ἐπιζητοῦμε τὸν ρυθμὸ στὴν ἀνάγνωση τῆς ποίησης. Καὶ πρέπει νὰ εἶναι ἰσχυρὸς σὰν ρεῦμα ποὺ κατεβαίνει, ἀλλὰ καὶ ἱκανὸς νὰ ὀρθώνει τὸ ἀνάστημά του. Πρέπει νὰ ζητᾶμε καὶ νὰ βρίσκουμε τὴ ρυθμικὴ γραμμή, πρέπει νὰ τὴν ἀκολουθοῦμε στὴν ἀνομοιογένειά της, ἐπειδὴ ἀκριβῶς αὐτὴ ἡγεῖται καὶ αὐτὴ ἀνοίγει τὶς πύλες τοῦ περιεχομένου. Μίτος μὲς στὸν λαβύρινθο τῆς ποίησης εἶναι ὁ ρυθμός.
Ἔχω σημειώσει ὅτι διαβάζοντας τοὺς στίχους οἱ ἄνθρωποι ἑνώνουν τὸ τέλος μὲ τὴν ἀρχὴ κάποιου ἄλλου στίχου. Αὐτὸ εἶναι κακό. Κάθε τελείωμα στίχου ἀπαιτεῖ παύση, γιατὶ ἀλλιῶς γίνεται πρόζα. Ἡ παύση αὐτὴ δὲν εἶναι τόσο μεγάλη ὅσο ὕστερα ἀπὸ τελεία, οὔτε ὅμως μικρότερη ἀπὸ ἐκείνη ποὺ χωρίζει δύο στροφές, καὶ δὲν εἶναι πάντοτε ἡ ἴδια.Ὁ κάθε στίχος ἀπαιτεῖ νὰ διατηρεῖται στὸ τέλος του ἡ ρυθμικὴ γραμμὴ πάνω σὲ μιὰ μικρὴ ταλάντευση, πάνω σὲ μιὰ δόνηση, ἀπὸ τὴν ὁποία θὰ ξεπηδήσει τὸ νέο ρυθμικὸ κύμα.
Ἡ ποίηση πραγματοποιεῖ τὴν ἔκφρασή της στὸν Χορό. Ἡ ἀνώτατη βλέψη τῆς ποίησης εἶναι νὰ φτάσει νὰ λέγεται ἀπὸ πολλὲς φωνές. Ὁ ποιητὴς εἶναι μέσα του Χορός, στὸ ἔργο του ἐκφράζει πολλὲς κρυμμένες ὑπάρξεις, οἱ ὁποῖες ἐπιθυμοῦν νὰ έκδηλωθοῦν, νὰ ἐκδιπλωθοῦν ὅλες καὶ πλήρως. Τὸ ἰδανικὸ ποίημα εἶναι ἐκεῖνο ποὺ θὰ μποροῦσαν νὰ τὸ ποῦν τὴν ἴδια στιγμὴ ὅλοι οἱ ἄνθρωποι πάνω στὴ γῆ. Καὶ θὰ ἦταν ἡ εἰρήνη.
Μετάφραση: Γιῶργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου