Δευτέρα 25 Απριλίου 2022

Η ΛΑΤΡΕΙΑ, 1

 


PABLO NERUDA

 

Η ΛΑΤΡΕΙΑ, 1

 

Ἄχ, τί πάθος ἦταν τοῦτο ποὺ τραγούδαγε

στὸ αἷμα ἀνάμεσα καὶ στὴν ἐλπίδα·

ὁ κόσμος ἤθελε νὰ γεννηθεῖ

τόσες φορὲς ποὺ εἶχε πιὰ πεθάνει·

τὰ μάτια δὲν εἶχαν δάκρυα

τόσες φορὲς ποὺ εἶχαν κλάψει τόσο.

 

Δὲν ὑπῆρχε τίποτα στὶς άρτηρίες μέσα,

τὸ αἷμα εἶχε χυθεῖ ὅλο,

κι ὅμως τὰ πάντα τακτοποιήθηκαν πάλι

στὸ ἀνθρώπινο στῆθος.

Οἱ πόλεις σηκώθηκαν,

οἱ ναυτικοὶ βγῆκαν στὴ θάλασσα,

τὰ σχολεῖα ἀπόκτησαν παιδιά,

καὶ τὰ πουλιὰ στὸ δάσος

ἀπόθεσαν τ᾽ ἀρωματικά τους ἀβγά

ἐπάνω στὰ καμένα δέντρα.

 

Ἐστάθηκε πολὺ σκληρὸ ὡστόσο

τὸ χαμόγελο ν᾽ ἀνανεωθεῖ τῆς ἐλπίδας·

ἐφύτρωνε σὲ κάμποσα πρόσωπα

κι ἔπειτα τοὺς ἔπεφτε στὸ δρόμο,

καὶ στ᾽ ἀλήθεια φαινόταν ἀδύνατο

ἡ γῆ νὰ γεμίσει καὶ πάλι

μὲ τὰ τόσα κενὰ ποὺ τῆς ἄφησε

ἡ δαγκωνιὰ τοῦ ὀλέθρου.

 

Κι ὅταν πιὰ βλαστῆσαν τὰ λουλούδια,

οἱ σινεράριες τῆς λήθης,

κάποιος ἐγύρισε ἀπὸ τὴ Σιβηρία

ὁπότε καὶ ἡ δυστυχία ξανάρχισε.

 

Κι ἂν τὰ χέρια τοῦ πολέμου,

τὰ φοβερὰ χέρια τοῦ μίσους

μᾶς βούλιαξαν ποὺ δὲν πιστέψαμε,

ποὺ δὲν ἀντιληφθήκαμε τὴν αἰτία,

ποὺ δὲν ξέραμε τὴν τρέλα,

ξένη ἤτανε πάντοτε ἡ ἐνοχὴ ἐκείνη,

καὶ τώρα χωρὶς καὶ πάλι νὰ καταλαβαίνουμε τίποτα

καὶ χωρὶς νὰ γνωρίζουμε τὴν ἀλήθεια,

χτυπιόμαστε στοὺς τοίχους

τῶν λαθῶν καὶ τῶν βασάνων

ποὺ ἀπὸ ἐμᾶς ξεκίνησαν τοὺς ἴδιους,

καὶ τὰ μαρτύρια τοῦτα στοιβάζονται

γι᾽ ἄλλη μιὰ φορὰ στὴν ψυχή μου ἐμένα.

 

Μετάφραση: Γιῶργος Κεντρωτής.

 




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου