PETR
KRÁL
Η ΠΕΡΙΚΥΚΛΩΣΗ
Κοντά μεσημέρι. Η λίμνη του πάρκου φεύγει από εκεί που
ήταν, φρικιά, της σηκώνονται οι τρίχες μπρος σε κάποιο μέταλλο που είδε
πυρετώδες, και τραυματίζεται από της στιγμής το φύσημα. Στα χόρτα κοντοστέκονται,
μόνα τους, τα μονοπάτια των ίσκιων. Η δικιά σου τρυφερότητα γιατρεύει την πληγή
και μου γλυκαίνει τον πόνο· ματαίως λέω ότι μας χαιρετά ο ορίζοντας με μιαν
υπόσχεση καταρρεύσεως. Με κραυγές πουλιών προς τ’ ανοίγματα των λαμπρών
αιθουσών ανάμεσα στα διάφορα δέντρα· μ’ ένα ασανσέρ χυμών και αίματος στους ηθμούς
που τρίζει, σχεδόν βροντοκοπάει κάτω απ’ τον φλοιό τους ίσαμε τη ρίζα των
νυχτών. Πέρ’ απ’ τα τούλια του μικρού υλοτομημένου άλσους ένας δρομάκος
κοντινός βοηθάει ν’ αντανακλάται σχεδόν ολόκληρη κάποιου ποταμιού η λάμψη. Ο
αγέρας αγκαλιάζει και καψαλίζει ακινητώντας τις κορυφές των δέντρων και
πυρπολεί και καίει ό,τι έρχεται να ξεφλουδίσει ξάφνου τα κλαδιά τους που σκάνε
λόγω της νυχτός που πέφτει. Ανώφελα έμεινα άγαλμα από την τρομάρα μου, άγαλμα
εγώ εκεί καθηλωμένο στον στυλοβάτη του φυτεμένου κούτσουρου του περικυκλωμένου
από τα ξέφωτα: δεν είμαστε, όχι, εξορία, ναι, νά ’σαι βέβαιη, όχι, έτσι όπως μένεις
σκεφτική και ακουμπάς το χαμόγελό σου πάνω σε μιαν υπόσχεση που αγνοεί τελείως
το γαλάζιο.
Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου