ΑΚΗΣ ΠΑΡΑΦΕΛΑΣ
ΜΑΡΙΑ ΚΑΙ ΜΑΓΔΑ
i.
καμένο
ξύλο
το
φιλί στο μέτωπο
του
γιου της τρίζει
ii.
τότε με ρώτησαν δεν
είχε άνθρωπο τριγύρω;
Μόνον
αυτό το μαύρο μάρμαρο
τους
λέω μες στη μέση
Και σαν τι πράγμα είναι
αυτό; μου λένε
Το
μαύρο μάρμαρο αυτό είναι γυναίκα
κι
όλο φυτεύει πικροδάφνες
καλοκαίρι
Πώς και γιατί,
γνωρίζεις; ξαναρώτησαν
Αργά
πολύ
αργά
στο
χώμα παραχώνοντας
ψωμί
απ’ το κορμί της
ύστερα
κάθεται
εκεί λέει
αγόρι
μου
κι
αυτό ανθίζει
τότε
θα στείλει
μια
πεταλούδα κόκκινη
με
τα φτερά αντιγραφή χαράγματα
αγόρι
μου
να
μην ακούς που έφυγες
να μην ακούς να
μην ακούς
σιγά
μιλά σιγά
κι
η πικροδάφνη χάνεται χειμώνα.
Ξαναρχίζει.
iii.
στέκεται ακόμη
ντυμένη
απόκρημνα. Την λεν μαρία και Μάγδα περισσότερο, και άλλα ονόματα πολλά
ή δεν την λεν
καθόλου. Γύρω θηρία κι ουρλιαχτά, κριτές κι επικριτές. Από ποια σπηλιά
γυρίζεις, πες μου / Τι δεν είδες, τι δεν βρήκες / Ποιός δρόμος ράγισε, ποιό φως
/πες μου φωνάζω σε πιστεύω. Κι αυτή γυρίζει λίγο το κεφάλι. Μόνο
τόσο. Φτάνει. Την πιστεύω. Πιστεύω. Το βροντερό νανούρισμα· τα κουρασμένα της
μαλλιά· το γερασμένο πρόσωπο. Κι εκείνον τον ψίθυρο ο βράχος έσπασε, ακούς.
Τον γιο της όλους αυτούς που έφυγαν που έρχονται με τα πανό και τα πνιγμένα
στις φτέρνες στις παλάμες φίδια που τους φυλά στο στήθος της πιστεύω
εσύ.
Είσαι η μάνα του. Ή, τέλος πάντων, έγινες στη θέση του ανάσταση· εγώ. Eίμαι
η γέννα
Από το βιβλίο: Άκης
Παραφέλας, «Παρασημαντική», Εκδόσεις Θράκα, Λάρισα 2018, σσ. 22-24.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου