Κυριακή 12 Οκτωβρίου 2008

ΥΠΕΡ ΤΩΝ ΚΑΡΠΩΝ



ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΕΝΤΡΩΤΗΣ


Η ΚΑΡΠΟΔΟΤΡΑ


Πως έχω αλλάξει π ά λ ι στυλ μου επισημαίνεις·
α λ λ ι ώ ς πως πια τα ξαναλέω μες στις αράδες
που ξέφυγαν απ’ του άρρητου τις συμπληγάδες
και σαν μπαλλάκι λυρικό μιλούν του τέννις.

Πλην όχι! Κι αν σου ανακαλεί ρυθμούς μιας ξένης
ο νέος τρόπος μου αγωγής, τις αγελάδες
του ο Απόλλων δεν θα τις χάσει εκ νέου. Σε κοιλάδες
θαν του τις βρούνε της Κυλλήνης, της Υεμένης

ή και της αναμμένης σου της κλίνης, όπου
αναμένεις τους ιχνευτές των αιθερίων
φορμίγγων να εξιχνιάσουν in situ, επί τόπου,

την αρμονία που αρμόζει δέντρα στη φωνή σου.
Το στυλ ποτέ δεν τ' άλλαξα. Άνευ όρων ή ορίων
απλώς λαλώ καρπούς κρουστούς που είναι καρποί σου.

7 σχόλια:

  1. Του "άρρητου οι συμπληγάδες" άλλους θα τους λιώσουν, τον Μπλογκάρχη όμως ποτέ! Ζεστό ποίημα..

    Την καλημέρα μου!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. "Το στυλ ποτέ δεν άλλαξα. Άνευ ορίων ή όρων
    απλώς λαλώ καρπούς κρουστούς που είναι καρποί σου".

    Μέσα από του σονέτου σας την in situ ιχνηλασία
    περίτρανα διαπίστωσα της φωνής σας αιχμαλωσία


    Εξαιρετικό σονέτο κ. Κεντρωτή!!!Εύηχο και ερωτόηχο!!!

    Όμορφη Κυριακή να έχετε!
    Την καλημέρα μου!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Καλημέρα! Μήπως ο προτελευταίος στίχος είναι: "άνευ όρων ή ορίων" , ώστε να ομοιοκαταληκτεί με το "αιθερίων" ;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. @ Δανάη: Συμβαίνουν αυτά! Ευχαριστώ για την ευμένεια.

    @ Σοφία Κολοτούρου: Ναι, Σοφία. έτσι είναι. Ποιός ξέρει πού είχα το μυαλό μου κατά την πληκτρολόγηση;! Χαιρετισμούς!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Λοιπόν, καθηγητά μου! Ευκαιρία να το ρωτήσω κι αυτό, που πάντα το ήθελα, αλλά δεν ήξερα ποιόν να ρωτήσω.

    Στο ποίημα "πικρία" του Καββαδία, ανέκαθεν είχα την εντύπωση ότι το τελευταίο τετράστιχο έχει τυπωθεί/τραγουδηθεί κλπ λανθασμένα.

    Το υπενθυμίζω:

    Γέρο, σου πρέπει μοναχά το σίδερο στα πόδια,
    δύο μέτρα καραβόπανο, και αριστερά τιμόνι.
    Μια μέδουσα σε αντίκρισε γαλάζια και σιμώνει
    κι ένας βυθός που βόσκουνε σαλάχια και χταπόδια.

    Αν σκεφτούμε ότι σχεδόν σε όλες τις στροφές (εκτός από άλλη μία) η ομοιοκαταληξία είναι ζευγαρωτή (ο πρώτος με τον τρίτο και ο δεύτερος με τον τέταρτο στίχο, και αν σκεφτούμε και το νόημα επίσης, εμένα μου φαίνεται πολύ πιο λογικό να το είχε γράψει ανάποδα, δηλαδή:

    Γέρο, σου πρέπει μοναχά το σίδερο στα πόδια,
    δύο μέτρα καραβόπανο, και αριστερά τιμόνι
    κι ένας βυθός που βόσκουνε σαλάχια και χταπόδια.
    Μια μέδουσα σε αντίκρισε γαλάζια και σιμώνει..

    Ειδικότερα αν σκεφτούμε ότι το ποίημα αυτό είναι από τα τελευταία του και βρίσκεται στη μεταθανάτια συλλογή Τραβέρσο, εγώ πιστεύω πως είναι πιθανόν να είχε γίνει λάθος κατά την εκτύπωση.

    Συμφωνεί κανείς με αυτή την άποψη;

    Παραθέτω και ολόκληρο το ποίημα...

    Ξέχασα κείνο το μικρό κορίτσι από το Αμόι
    και τη μουλάτρα που έζεχνε κρασί στην Τενερίφα,
    τον έρωτα, που αποτιμάει σε ξύλινο χαμώι,
    και τη γριά που εμέτραγε με πόντους την ταρίφα.

    Το βυσσινί του Τισιανού και του περμαγγανάτου,
    και τα κρεβάτια ξέχασα τα σαραβαλιασμένα
    με τα λερά σεντόνια τους τα πολυκαιρισμένα,
    για το κορμί σου που έδιωχνε το φόβο του θανάτου.]

    Ό,τι αγαπούσα αρνήθηκα για το πικρό σου αχείλι
    τον τρόμου που δοκίμαζα πηδώντας το κατάρτι
    το μπούσουλα, τη βάρδια μου και την πορεία στο χάρτη,
    για ένα δυσεύρετο μικρό θαλασσινό κοχύλι.

    Τον πυρετό στους Τροπικούς, του Ρίο τη μαλαφράντζα
    την πυρκαγιά που ανάψαμε μια νύχτα στο Μανάο
    Τη μαχαιριά που μου 'δωσε ο Μαγιάρος στην Κωστάντζα
    και "Σε πονάει με τη νοτιά;" –Όχι από αλλού πονάω.

    Του τρατολόγου τον καημό, του ναύτη την ορφάνια
    του καραβιού που κάθισε την πλώρη τη σπασμένη
    Τις ξεβαμένες στάμπες μου πούχα για περηφάνεια
    για σένα, που σαλπάρισες, γολέτα αρματωμένη.

    Τι να σου τάξω ατίθασο παιδί να σε κρατήσω
    Παρηγοριά μου ο σάκος μου, σ' Αμερική κι Ασία
    Σύρμα που εκόπηκε στα δυο και πως να το ματίσω;
    Κατακαημένε, η θάλασσα μισάει την προδοσία.

    Κατέβηκε ο Πολύγυρος και γίνηκε λιμάνι,
    Λιμάνι κατασκότεινο, στενό, χωρίς φανάρια,
    απόψε που αγκαλιάστηκαν Εβραίοι και Μουσουλμάνοι
    και ταξιδέψαν τα νησιά στον πόντο, τα Κανάρια.

    [Γέρο, σου πρέπει μοναχά το σίδερο στα πόδια,
    δύο μέτρα καραβόπανο, και αριστερά τιμόνι.
    Μια μέδουσα σε αντίκρισε γαλάζια και σιμώνει
    κι ένας βυθός που βόσκουνε σαλάχια και χταπόδια.]

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. @ Σοφία Κολοτούρου: Σε ένα ποίημα με αυστηρή μορφή ρίμας και στροφών "δεν συγχωρούνται" παρεκκλίσεις. Κανονικά έχεις δίκιο. Λογική / ποιητική ερμηνεία της διαφοροποίησης της ρίμας δεν υπάρχει. Πλην όμως... τί να σου πω;! Σε καληνυχτίζω.

    ΑπάντησηΔιαγραφή