Κυριακή 29 Οκτωβρίου 2017

ΛΑΕ ΜΟΥ, ΛΑΕ ΟΠΟΥ ΟΙ ΙΣΧΝΕΣ ΜΟΥ ΣΚΕΨΕΙΣ…




OCTAVIIO PAZ


[ΛΑΕ ΜΟΥ, ΛΑΕ ΟΠΟΥ ΟΙ ΙΣΧΝΕΣ ΜΟΥ ΣΚΕΨΕΙΣ…]

Λαέ μου, λαέ όπου οι ισχνές μου σκέψεις ζούνε με ψίχουλα, μ’ εξαντλημένες εικόνες που βγαίνουν απ’ το στύψιμο της πέτρας! Αιώνες τώρα είν’ έτσι, και δεν αλλάζει τίποτα. Ακόμα κι εκείνο το αραιό χορτάρι του στήθους μου έχει πια ξεραθεί απ’ τον ήλιο. Ο ουρανός, ξάστερος και δίχως σύννεφα, κάθε μέρα ανεβαίνει ολοένα ψηλότερα. Κοπιάζει το αίμα μου, εξασθενεί σε φλέβες μέσα που έχουν σκληρύνει. Τίποτα δεν σε κατευνάζει, Θυμέ, εσένα σπινθήρα που πας και σπας τα δόντια σου απάνω στον Τοίχο· τίποτα δεν σας γαληνεύει εσάς, Παρθένα και ξαστεριά χολιασμένη, καλλονές με φτερά ανοιχτά, καλλονές με νύχια βγαλμένα. Πέθαναν οι λέξεις όλες από δίψα. Ούτ’ ένας δεν μπορεί να τραφεί με τούτα τα ξεραμένα ξερατά, ούτε τα σκυλιά μου, ούτε τα χούγια μου. Ελπίδα, ω αετέ εσύ οικόσιτε, άσε με πάνω σε τούτο τον βράχο που ’ναι φτυστός η σιωπή. Κι εσύ, ω άνεμε που φυσάς τα Περασμένα, για φύσα με δύναμη, για σκόρπισε αυτές εδώ τις λίγες συλλαβές και κάνε τες αέρα και διαφάνεια. Γίνε επί τέλους Λέξη, γίνε λόγος, λίγος αέρας σε στόμα άμωμο, λίγο νερό σε χείλη λαίμαργα, αχόρταγα! Ήδη, όμως, η λήθη εκφωνεί, προφέρει τ’ όνομά μου: δες το, δες το που λάμπει ανάμεσα στα δυό της χείλη σαν κόκαλο που γυαλίζει μια στιγμή στο ρύγχος της νύχτας με το κατάμαυρο τρίχωμα. Τα τραγούδια που δεν λέει, τα τραγούδια των αμμωρυχείων, τα λέει ο άνεμος μία και μοναδική φορά, με μία και μοναδική και ατέρμονη φράση, χωρίς αρχή, χωρίς τέλος και χωρίς κανέναν λόγο.




Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου