OLGA OROZCO (1920-1999)
ΝΑ
ΤΗ Η ΘΛΙΨΗ ΣΟΥ – ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ
Να
τη θλίψη σου – αυτή είναι.
Έχει
σχήμα κρυστάλλου από χιόνι και δεν θα υπήρχε, αν δεν υπήρχες
κι
εσύ
και
το άρωμα του ανέμου που θώπευσε το φτέρωμα όσων όρθρων δεν
γυρνάνε
ποτέ πάλι πίσω.
Σήκωσέ
τηνε στο ύψος των ματιών σου
και
δές τηνε πώς ακτινοβολεί με λάμψη γαλανή απ’ τον απώτατο μυχό
του
μύθου, των θρύλων,
ή
κοκκινωπή σαν βιτρώ καθημαγμένης αγρύπνιας από των εραστών το
τελευταίο
αντίο,
μα
και χρυσαφωμένη, όμοια με ρόφημα υπνωτικό που με μεγάλες-μεγάλες
γουλιές
το ρούφαγαν πάντα οι άγγελοι.
Αν
κοιτάξεις ίσια στο φως, θα δεις τον κόσμο να περνάει κυλώντας πάνω
σ’
ένα δάκρυ.
Με
την ανάσα σου βγάλε όλη την πολύτιμη νοσταλγία που σε περιβάλλει,
άσε
να βγει έξω το χνώτο το πλεγμένο με συγγνώμες και θρήνους που
σε
αναποδογυρίζει και σε κάνει βασίλισσα του ανάστροφου ουρανού.
Όταν
τη φυσάς, μεγαλώνει σαν νά ’χει καταπιεί τη μέσα υπόσταση μιας
φλόγας
και
συλλέγεται σαν κάτι άνθη που τά ’χει ακουμπήσει ξένος ίσκιος
παράξενος.
Μην
την αφήνεις να πέσει και μην την εκθέτεις στην πείνα, ούτε στο
φαρμάκι·
γιατί
έτσι, το μόνο που θα κατάφερνες θά ’τανε να την πολλαπλασιάσεις,
να
την κάνεις χερσοχώραφο, με κάτι νόθα ζιζάνια στη θέση της λήθης.
Γιατί
η θλίψη η δική σου είναι μοναδική, ανεξάλειπτη, και βάφει αδύνατο
ό,τι
βλέπεις και ό,τι προσδοκάς,
Δεν
θά ’βρεις άλλη σαν κι αυτήν, ακόμα κι αν βουλιάξεις κάτω από ήλιο
μυσαρό
ανάμεσα σε κίονες σπασμένους, ακόμα κι αν σε φέρει το
μάρμαρο
στις πύλες μπροστά ενός νέου παραδείσου της επαγγελίας.
Αλλά
και τότε ακόμα μην επιτρέψεις, μόνη της καθώς είναι, να τη διαλύσει
η
ρουτίνα,
Μην
την χαλάσεις μαζί με κανέναν.
Σφίχ’
την πάνω στην καρδιά σου όπως θά ’σφιγγες κάποιο σωσμένο
απομεινάρι
ναυαγίου:
θάφ’
την στο στήθος σου μέσα ολόκληρη –
η
λάμα μέσα, η λαβή μονάχα απ’ έξω.
Μετάφραση:
Γιώργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου