JORGE TEILLIER
ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΝΗΣΙ
Ζωή και θάνατος και πάλι συγχέονται
όπως και στου σπιτιού τη μεσαυλή
η είσοδος των κάρων
με τον θόρυβο του κουβά στο πηγάδι.
Ο ουρανός και πάλι θυμάται με μίσος
την πληγή της αστραπής,
οι δε αμυγδαλιές δεν θέλουν να σκέφτονται
τις μαύρες τους ρίζες.
Η σιωπή δεν μπορεί άλλο να είναι η γλώσσα μου,
όμως εγώ πέφτω μόνο επάνω σε τούτες τις εξωπραγματικές λέξεις
που πιάνουν οι νεκροί και τις οδηγούν προς τ’ άστρα και προς τα μυρμήγκια,
και από τη μνήμη μου εμένα εξαφανίζονται ο έρωτας και η χαρά,
όπως το φώς μιας καράφας του νερού
εξακοντισμένης τόσο ανώφελα ενάντια στα σκότη.
Ό,τι και πάλι ακούγεται μόνο
είναι της βροχής το ανεξίτηλο κροτάλισμα
που πέφτει όλο πέφτει δίχως να ξέρει το γιατί,
μοιάζοντας έτσι στη μοναχική γριούλα
που πλέκει συνέχεια και συνέχεια·
και θέλω να τρέξω να πάω σ’ ένα χωριό,
όπου ασταμάτητα γυρίζει κάποια σβούρα
περιμένοντάς με να την πιάσω,
πλην όμως όπου πατάνε τα πόδια μου
εξαφανίζονται οι δρόμοι,
και είναι καλύτερα να μείνεις ακίνητος σε τούτο το δωμάτιο
αφού ίσως έχει φτάσει η συντέλεια του κόσμου,
με τη βροχή νά ’ναι ο στείρος αντίλαλος του τέλους αυτού,
κάποιο τραγούδι που επιχειρούν να θυμηθούν
χείλη που καταστρέφονται κάτω από το χώμα.
Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου