PAUL VALÉRY
ΜΑΓΕΙΑ
Χύνει
η σελήνη ασθενική τα φέγγη τα ιερά,
όλη
μια φούστα από φαντό κι ασημωτή,
πάνω
στο βάθρο εκεί έρχεται η Σκιά να ονειρευτεί
που
το μαργαριτόδιφρο πέπλο λαμπρό ακλουθά.
Κι
ώς τα καλάμια αγγίζουνε οι μεταξένιοι κύκνοι
με
τις καρίνες του φτερού που δείχνει θαμπερό,
μαδάει
ένα ρόδο ατέλειωτο σαν χιόνι φωτερό
κι
από τα φύλλα στο νερό κυλούν κι ανοίγουν κύκλοι…
Τέτοια
η ζωή; Ω έρημος από ηδονή λυωμένη
που
τ’ ασημένιου του νερού αχνός παληός πεθαίνει,
μπρος
στο κατώφλι, που ηχά σαν κρούσταλλο κρυφό…
Η
σάρκα τώρα ως έσμιξε τριαντάφυλλα, αρχινίζει
να
τρέμει, σαν με μια φωνή διαμάντι φοβερό
με
της ημέρας την κλωστή μύθο πηχτό ραγίζει.
Μετάφραση:
Νίκος Στρατάκης.
Από
το βιβλίο: «Οι ποιηταί της Γαλλίας», εισαγωγή – μετάφραση Νίκος Στρατάκης,
πρόλογος Ζαν Σαβάν, Αθήναι 1949 (πρώτη έκδοση 1931), σελ. 252.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου