ΝΙΚΟΣ ΚΑΣΣΙΟΣ
ΞΕΦΥΛΛΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ «ΒΙΡΓΙΛΙΟΥ ΘΑΝΑΤΟΣ» ΤΟΥ HERMANΝ BROCH
ΣΕ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΟΥ Γ. ΚΕΝΤΡΩΤΗ
Εἶναι, νομίζω, κάτι λέξεις ποὺ τὶς βιώνεις ὡς...
τριγμοὺς κάποιας –ποὺ πάει στὸ φῶς ν’ ἀνοίξει– θύρας.
Μὰ ἴσως καὶ νὰ τὰ λέει αὐτὰ ἕνας λεξιθήρας,
ποὺ κάποιος γλυκασμὸς τὸν πλήττει, ἀπροσδιόνυσος.
Λίγο μὲ νοιάζει. Μοῦ ’χει μάθει ἡ Μεγαλόνησος
κάμποσες τέτοιες, καὶ μιὰ βγῆκε ἀπ’ τὸ ἀνὰ χεῖρας
βιβλίο καὶ μοῦ ’κλεισε τὸ μάτι: ὁ ἀναδευτήρας
(ποὺ μοιάζει κάπως μὲ κουπί) τοῦ χόντρου, ὁ «ἀηδόνισος».
Δὲν μοῦ ἦταν ἄγνωστο, βεβαίως, τὸ «ἀηδονίζω»,
μὰ ὡς ἕνα ἀπὸ τοῦ «τερετίζω» τὰ συνώνυμα.
Κάποιο περβάζι τώρα φωτερὸ πλαισιώνει
τὴν πόρτα τοῦ κελιοῦ μου, καθὼς ψιθυρίζω
ὅ,τι ἕνα μεταφραστικὸ τοῦ Γιώργου πόνημα
μοῦ ’φερε ξάφνου στὸ μυαλό: μιὰ λέξη - ἀ η δ ό ν ι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου