Κυριακή 7 Σεπτεμβρίου 2008
ΠΑΝΣΕΔΕΣ
ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΕΝΤΡΩΤΗΣ
VALLÉE ET RUE
Και σαν εμύρισες λιλά πανσέ
σε μέρα και κυρίως σε θολερή
στιγμή, εγύρισες στον Βαλερύ:
La mer, la mer toujours recommencée...
Τον στίχο σ’ τον λουλάκιασαν λυγμοί.
Η θάλασσα θολή, ρηχή, μικρή
μπροστά στα δάκρυά σου, μα σαν ικρί-
ωμα έπεσε, όταν ηχηροί πνιγμοί
ρημάξαν της λαλιάς σου το χαλκό.
Το χρώμα του άνθους μ’ ένα τρυγηθέν
φιλί άνοιξε le cimetière marin
και ζωντανέψαν τόσοι στο μπαλκό-
νι σου νεκροί –όσοι και τα περιστέρια
του ποιήματος– καημοί. Και μ’ έναν άλλον
πανσέ λευκό έκαμες εκεί έτι μάλλον
ειρμούς πιο κοφτερούς κι από ξεφτέρια.
Ετικέτες
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ,
ΚΕΝΤΡΩΤΗΣ
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Αν ζούσε ο Βαμβακάρης θα μπορούσε και να το μελοποιήσει
ΑπάντησηΔιαγραφήΩραίο, πολύ ωραίο, Γιώργο
ΑπάντησηΔιαγραφή@ ντομένικος: Άμα ζούσε... Δεν ζει, όμως, και άρα παύει όχι μόνο κάθε ελπίδα, αλλά και κάθε συζήτηση. Χαίρε, και χαιρετισμούς στη ντομένικα (σπορτίβα).
ΑπάντησηΔιαγραφή@ Θεόδωρος Α. Πέππας: Καπρίτσιο, πες...
Tόπες
ΑπάντησηΔιαγραφή