Δευτέρα 15 Σεπτεμβρίου 2008
ΛΟΡΚΑ!
FEDERICO GARCIA LORCA
CANCIÓN OTOÑAL
Hoy siento en el corazón
un vago temblor de estrellas,
pero mi senda se pierde
en el alma de la niebla.
La luz me troncha las alas
y el dolor de mi tristeza
va mojando los recuerdos
en la fuente de la idea.
Todas las rosas son blancas,
tan blancas como mi pena,
y no son las rosas blancas,
que ha nevado sobre ellas.
Antes tuvieron el iris.
También sobre el alma nieva.
La nieve del alma tiene
copos de besos y escenas
que se hundieron en la sombra
o en la luz del que las piensa.
La nieve cae de las rosas,
pero la del alma queda,
y la garra de los años
hace un sudario con ellas.
¿Se deshelará la nieve
cuando la muerte nos lleva?
¿O después habrá otra nieve
y otras rosas más perfectas?
¿Será la paz con nosotros
como Cristo nos enseña?
¿O nunca será posible
la solución del problema?
¿Y si el amor nos engaña?
¿Quién la vida nos alienta
si el crepúsculo nos hunde
en la verdadera ciencia
del Bien que quizá no exista,
y del Mal que late cerca?
¿Si la esperanza se apaga
y la Babel se comienza,
qué antorcha iluminará
los caminos en la Tierra?
¿Si el azul es un ensueño,
qué será de la inocencia?
¿Qué será del corazón
si el Amor no tiene flechas?
¿Y si la muerte es la muerte,
qué será de los poetas
y de las cosas dormidas
que ya nadie las recuerda?
¡Oh sol de las esperanzas!
¡Agua clara! ¡Luna nueva!
¡Corazones de los niños!
¡Almas rudas de las piedras!
Hoy siento en el corazón
un vago temblor de estrellas
y todas las rosas son
tan blancas como mi pena.
Το ποίημα μάς το έστειλε η εικονιζόμενη καλή φίλη του ιστολογίου κ. Elena Barolo.
Ετικέτες
ισπανοφωνη ποιηση,
LORCA
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Αν και βιαστικά, είπα να πω μια καλησπέρα:
ΑπάντησηΔιαγραφήΤραγούδι του φθινοπώρου
Σήμερα έχω στην καρδιά μου
μια θολή ανησυχία
μα το δρόμο μου τον χάνω
στης ομίχλης τα σημεία.
Φως τσακίζει τα φτερά μου
και η πληγή της δυστυχίας
βρέχει πια τις αναμνήσεις
στης ιδέας τη μετωπίδα.
Όλα τους λευκά τα ρόδα,
ωσάν το βάρος της καρδίας∙
τι κι αν χιόνισε σε άλλα;
Πιο λευκά δεν είναι εκείνα.
Χρώμα όλα είχαν πρώτα.
Χιόνι σε ψυχούλα κρύα.
Της ψυχής το χιόνι έχει
δίψα για φιλιά της νύχτας
που βυθίζονται στον ίσκιο
ή μες στου φωτός τα δίχτυα.
Χιόνι πέφτει απ΄τα ρόδα,
μα εντός παλιά αξία
που μαζεύει με το χρόνο
και χυμάει τρικυμία.
Λες το χιόνι πως θα λιώσει;
Λες να είναι αυτό αλήθεια;
Ή θαρρείς πως θα έρθει άλλο
και συνάμα ρόδα μύρια;
Θα ΄ναι άραγε μαζί μας
του Χριστού ειρήνη αγία
ή ποτέ δε θα υπάρξει
λύση μα και αθανασία;
Κι αν η αγάπη μας γελάσει;
Πώς θα βρούμε σωτηρία
αν η δύση μας βυθίζει
και στην τόση αγωνία
το καλό και το κακό μας
δυο μάς δείχνονται θηρία;
Αν η ελπίδα ακόμα σβήσει
κι έχει η Βαβέλ τα ηνία,
ποιο λυχνάρι θα φωτίσει
μονοπάτια μες στα φίδια;
Αν το μπλε θα γίνει πλάνη,
η αθωότητα μανία,
τι θα γίνει στις καρδιές μας
με Έρωτα χωρίς μαεστρία;
Κι αν ο χάρος είναι χάρος
ποια της ποίησης η αξία;
Πώς θα πέσουν όλα σε ύπνο
κι όλα θα 'ναι ιστορία;
Ήλιε, εσύ, των ήλιων όλων!
Φως αγνό! Σοφή ελπίδα!
Σεις, καρδιές από αγγελούδια!
Μα κι εσείς από χαλίκια!
Σήμερα έχω στην καρδιά μου
μια θολή ανησυχία
κι είναι μέσα μου τα ρόδα
άσπρα σαν τη δυστυχία.
@Μένανδρος: Ξέρω, ξέρω, θα έχεις μία (τουλάχιστον) ένσταση, αλλά είπα να την πω την καλησπέρα. Μια καλησπέρα είν' αυτή, θα την πω κι ας πέσει κάτω ;ο)
Θερμούς χαιρετισμούς!
@ elena: Πάρα πολύ καλή η πρώτη και... γρήγορη εκδοχή. Δούλεψέ τη λίγο ακόμα στο πρόχειρό σου. Χαίρε.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚρεμάω και τη μετάφραση της γητεύτριας.
ΑπάντησηΔιαγραφήΦΘΙΝΟΠΩΡΙΝΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ
Σήμερα νιώθω στην καρδιά
ένα αβέβαιο τρέμουλο αστεριών,
αλλά το μονοπάτι μου χάνεται
στην ψυχή της ομίχλης.
Το φως μου κόβει τα φτερά
και ο πόνος της θλίψης μου
μουσκεύει τις αναμνήσεις
στην πηγή της ιδέας.
Όλα τα τριαντάφυλλα είναι άσπρα,
τόσο άσπρα όσο η λύπη μου,
και δεν είναι τα άσπρα τριαντάφυλλα,
που έχει χιονίσει πάνω τους.
Πριν είχαν το ουράνιο τόξο.
Αλλά ότι και στην ψυχή χιονίζει.
Το χιόνι της ψυχής έχει
τις νιφάδες των φιλιών και των σκηνών
που βυθίστηκαν στη σκιά ή στο φως
ανάλογα ποιός τις σκέφτεται.
Το χιόνι πέφτει απ' τα τριαντάφυλλα,
αλλά αυτό της ψυχής μένει,
και τ' αρπαχτικά νύχια των χρόνων
κάνουν ένα σάβανο μ' αυτά.
Θα λιώσει το χιόνι
όταν θα μας πάρει ο θάνατος;
Ή αργότερα θα υπάρξει ένα άλλο χιόνι
και άλλα τριαντάφυλλα τελειότερα;
Θα είναι μαζί μας η ειρήνη
όπως μας δίδαξε ο Χριστός;
Ή δεν θα είναι ποτέ δυνατή
η λύση αυτού του προβλήματος;
Κι αν η αγάπη μας εξαπατά;
Ποιόν η ζωή ενθαρρύνει εάν το λυκόφως μας βυθίζει
στην αληθινή επιστήμη
του Αγαθού που ίσως δεν υπάρχει,
και του Κακού που παραμονεύει δίπλα;
Εάν η ελπίδα εξαφανιστεί
και αρχίσει η Βαβέλ,
ποιά δάδα θα φωτίζει
τους δρόμους της Γης;
Εάν το γαλάζιο είναι ένα όνειρο,
Τί θα είναι η αθωότητα;
Τί θα είναι η καρδιά
αν ο Έρωτας δεν έχει βέλη;
Κι αν ο θάνατος είναι ο θάνατος,
τί θα είναι οι ποιητές
και τα βαρετά πράγματα
που κανείς πια δε θυμάται;
Ω Ήλιε των ελπίδων!
Γάργαρο νερό! Καινούριο φεγγάρι!
Καρδιές των παιδιών!
Ψυχές σκληρές πέτρινες!
Σήμερα νιώθω στην καρδιά
ένα αβέβαιο τρέμουλο αστεριών
και όλα τα τριαντάφυλλα
είναι τόσο άσπρα όσο η θλίψη μου.