JORGE LUIS BORGES
Ο ΑΛΟΝΣΟ ΚΙΧΑΝΟ ΟΝΕΙΡΕΥΕΤΑΙ
Από ’ναν ύπνο αβέβαιο ο άντρας ξυπνημένος,
πεδίων ανοιχτών και χαντζαριών, με το χέρι
τα γένια του όλο πασπατεύει, και δεν ξέρει
αν κείται εκεί νεκρός ή μόνο λαβωμένος.
Μα, αλήθεια, οι μάγοι πλέον δεν τον κυνηγάνε
που γδικιωμό όμωσαν κάτω από το φεγγάρι;
Μονάχα ψύχρα – μόλις. Πόνος θα τον πάρει,
που ο πόνος των εσχάτων ημερών του θά ’ναι.
Ο ιδαλγός τούτος όνειρο ήταν του Θερβάντες,
και ο Δον Κιχώτης τού ιδαλγού. Σεντόνι
διπλού όνειρου ανοιχτό μαζί τούς δυό τους λειώνει –
συνέβη και παλιά, μας λεν οι ιεροφάντες.
Κοιμάται και ονειρεύεται ο Κιχάνο μάχη:
στη Ναύπακτο να βρίσκεται, κανόνια νά ’χει.
Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου