Πέμπτη 11 Μαΐου 2017

ΚΛΑΨΤΕ, ΑΦΡΟΔΙΤΕΣ ΜΟΥ




CATULLUS


ΚΛΑΨΤΕ, ΑΦΡΟΔΙΤΕΣ ΜΟΥ

Κλάψτε, Αφροδίτες μου, και κλάψτε μου κι εσείς, ω Πόθοι·
της οικουμένης όλης οι πονόψυχοι όλοι ελάτε κλάψτε:
της καλής μου της κοπέλας πέθανε ο σπουργίτης· πάει,
το σπουργιτάκι της γλυκιάς μου της κοπέλας πέθανε,
και τ’  αγαπούσε πιο πολύ κι από τα δυό της μάτια.
Γλυκό ήτανε σα μέλι, και την κυρά του ήξερε καλά
–όσο καλά τη μάνα της γνωρίζει η κάθε κόρη–
κι από τον κόρφο της μακριά στιγμή δεν έλεγε να φύγει·
μικροφτερούριζε μονάχα (μια ’δώ, μια ’κεί, μια ’δώ, μια ’κεί)
κι εγύρναε τιτιβίζοντας συνέχεια και συνέχεια στην κυρά του.
Μα τώρα πια τη σκοτεινή τη στράτα επήρε, και πηγαίνει
εκεί, στα μέρη εκείνα απ’ όπου γυρισμό (αλίμονο!) δεν έχει.
Καταραμένα να ’σαστε για πάντα εσείς, κακά σκοτάδια
του Άδη, που τα ωραία χάβετε τα πράγματα,
σαν τούτο το καλό το σπουργιτάκι, σαν το εξαίσιο αυτό πουλάκι
που κατάπιατε! Ω τί κακό, τί συμφορά, καημένο σπουργιτάκι!
Κι απ’ τον δικό σου τώρα τον χαμό κοκκίνισαν, πρηστήκαν
τα μάτια της καλής μου που ολημερίς στο κλάμα βαλαντώνει.



Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου