VICENTE ALEIXANDRE
Ο ΠΟΙΗΤΗΣ ΑΝΑΘΥΜΑΤΑΙ ΤΗ ΖΩΗ ΤΟΥ
Συγγνώμη σᾶς ζητῶ: μὲ πῆρε ὁ ὕπνος, κοιμήθηκα.
Καὶ τὸ κοιμᾶμαι δὲν εἶναι ζῶ. Ἐν ἀνθρώποις
εἰρήνη.
Τὸ ζῶ δὲν εἶναι ἀναστενάζω ἢ προαισθάνομαι
λέξεις
ποὺ μέχρι καὶ μᾶς ζοῦνε.
Νὰ ζοῦμε μέσα τους; Οἱ λέξεις πεθαίνουν.
Ὡραῖες εἶναι σὰν τὶς ἀκοῦς. Μὰ δὲν κρατᾶνε.
Ἔτσι εἶναι ἡ νύχτα ξάστερη. Χτὲς ὅταν ἡ αὐγὴ
ἢ ὅταν ἡ τελειωμένη μέρα ἔστρωναν τὴν
τελευταία τους
ἀχτίδα, ἡ ὄψη σου εἶχε κιόλας βασιλέψει.
Κοιμήσου. Κοιμήσου.
Ἡ νύχτα εἶναι μεγάλη, ἀλλὰ ἔχει πιὰ περάσει.Μετάφραση: Γιῶργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου