PABLO NERUDA
ΘΕΜΕΛΙΑ
Ἦρθα τόσο πρόωρα σ᾽ αὐτὸν τὸν κόσμο,
ποὺ διάλεξα πατρίδα ἡμιμαθὴ
ὅπου καλὰ-καλὰ δὲν ἤξεραν ἀκόμα
οὔτε τοὺς Νορβηγοὺς οὔτε τὶς ντομάτες·
οἱ δρόμοι ἦσαν ἀδειανοὶ
λὲς καὶ εἶχαν ἤδη φύγει ὅλοι ἐκεῖνοι
ποὺ δὲν εἶχαν ἔλθει ἀκόμα,
κι ἔμαθα νὰ διαβάζω ἀπ᾽ τὰ βιβλία
ποὺ κανεὶς δὲν τὰ εἶχε γράψει ἀκόμα·
οὔτε ἐπίσης εἶχε ἡ γῆ ἱδρυθεῖ στὸν τόπο
ποὺ ἐβάλθηκα νὰ γεννηθῶ ἐγώ.
Ὅταν ἔφτιαξε ὁ πατέρας μου τὸ σπίτι του,
κατάλαβα πὼς δὲν εἶχε καταλάβει
ὅτι εἶχε ἐν τέλει φτιάξει δέντρο:
τέτοια ἰδέα εἶχε γιὰ τὴν ἄνεση.
Πρῶτα ἔζησα στὴ ρίζα,
κι ἔπειτα, ὄντας στὰ φυλλώματα,
ἔμαθα λίγο-λίγο νὰ πετῶ ψηλότερα
ψάχνοντας πουλιὰ νὰ βρῶ καὶ μῆλα.
Δὲν ξέρω πῶς καὶ δὲν ἔχω ἐγὼ κλουβὶ
οὔτε καὶ πῶς καὶ δὲν γυρνῶ φορώντας φτέρωμα,
ὅταν ὅλα μου τὰ παιδικὰ τὰ χρόνια τὰ ἔχω ζήσει
ἀπὸ κλαδὶ σ᾽ ἄλλο κλαδὶ πηγαίνοντας.
Κατόπιν θεμελιώσαμε τὴν πόλη
μὲ χίλια δυὸ δρομάκια σὰν κλουβιά,
μὰ δίχως οὔτε ἕναν κάτοικο·
προσκαλέσαμε τὶς ἀλεποῦδες τότε,
τὰ ἄλογα καὶ τὰ λουλούδια,
μὰ καὶ τὶς μνῆμες τὶς προγονικές μας.
Μάταια, μάταια ἦσαν ὅλα τοῦτα, μάταια:
ποτὲ δὲν συναντήσαμε κανέναν
νὰ παἰξουμε μαζί του στὶς γωνιὲς τῶν δρόμων.
Εὐτυχισμένος πέρασα ἔτσι τὰ παιδικά μου χρόνια
καὶ τίποτα δὲν ἔχει μπεῖ σὲ τάξη ἀκόμα.
Μετάφραση: Γιῶργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου