PAUL BOLDT
ΑΠΟ
ΝΥΧΤΑ ΣΕ ΝΥΧΤΑ
Σαν
κάμπιες φωτεινές οι αλέες έρπουν οι επιμήκεις
μέσ’
από δάση, σε βουνά κι από κοιλάδες – χώρια.
Προσαραγμένα
σύννεφα, σαν φάλαινες πελώρια,
στα
στιλβωμένα πέλαγα ηρεμούν της αμφιλύκης.
Στερεύει
η μέρα. Και οι όρθροι το γλεντούν ώς να ξανάμπει.
Απ’
όλες τ’ ουρανού τις βρύσες μαύρη νύχτα στάζει.
Μικροί
ήλιοι, μακρινοί, τ’ αστέρια βγαίνουν, κάνουν χάζι.
Και
στην αυλή σαν σίδερο στρυφνό μια λούμπα λάμπει.
Παμπόνηρο
αγόρι το φεγγάρι, νέτο-σκέτο,
πάν’
απ’ τους κήπους όλους στέκει. Και απλωμένη γάζα
το
δάσος στραφταλίζει στου βουνού το μπλε κασκέτο.
Σε
μια πολίχνη των καμπαναριού εξέχουν βάζα
με
των αετωμάτων τούς διακόσμους φωτισμένους, –
Και
τους ανθρώπους τους κρατάει ο ύπνος σάμπως γυψωμένους.
Μετάφραση:
Γιώργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου