MAX JACOB
ΟΛΙΓΗ ΘΕΟΣΟΦΙΑ ΑΠΡΟΟΠΤΗ ΜΕΝ, ΑΛΛ’ ΟΧΙ ΚΑΙ ΑΠΡΟΒΛΕΠΤΗ
Οι οχυρώσεις είναι πιο λευκές και πιο μακριά. Τις πύλες δεν τις διακρίνεις. Είναι η ώρα να μελετήσω το πεθαμένο μου παιδί. Χωρισμένος, παντρεμένος ξανά, χήρος είμαι και συνεχώς συλλογίζομαι. Ω όψη θεσπέσια της πρώτης μου γυναίκας! ήταν ξανθιά, και σού ’δινε την άκακη εκείνη εντύπωση όσων ανθρώπων ουδέποτε έχουν υποφέρει.
Ω του παιδιού μας μορφή αγγελική: του πεθαμένου μας παιδιού! Πόσες και πόσες βραδιές δεν είδα και ξαναείδα τον ενταφιασμό του παιδιού: εκεί ήτανε η σάρα, η μάρα και όλο το κακό συναπάντημα, και ακολουθούσανε τη νεκροφόρα: εκείνοι που αγγίζουν την κοιλιά, εκείνοι που αγγίζουνε το μέτωπο, εκείνοι που αγγίζουν τους μηρούς, εκείνοι που αγγίζουνε τα πόδια. Στο ξόδι υπήρχαν επίσης κουτσοί, κουλοί, σακάτηδες με δεκανίκια και τυφλοί.
Κλάψτε τις γυναίκες σας τις μακαρίτισσες! κλάψτε τ’ όμορφο νεκρό παιδί σας, και λιγότερος θά ’ταν ο πόνος του θρήνου σας, αν η πομπή δεν είχε πάρει μαζί στο κοιμητήριο ακόμα και τα στόμια από τις υδρορρόες της Παναγίας των Παρισίων.
Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου