RENÉ
CHAR
ΑΝΟΥΚΙ
ΚΑΙ ΠΙΟ ΥΣΤΕΡΑ ΙΩΑΝΝΑ
Θα
σε ξανάβρω σ’ εκείνους που αγαπάω, σαν λάμψη μακρόστενη αστραπής, τόσο
ανεξήγητα όσο και εσύ η ίδια βγήκες και μου δείχτηκες, Ιωάννα, όταν, κάποιο
πρωί περιοριζόμενη στη φιγούρα σου, μας οδήγησες από βράχο σε βράχο ώς επάνω σ’
εκείνο του εαυτού μας το τέλος που το λένε κορυφή. Η μισοκρυμμένη πίσω από το λυγισμένο
σου μπράτσο όψη σου, και με του χεριού σου τα δάχτυλά να ικετεύουν τον ώμο σου,
μας πρόσφερε, μετά την αναρρίχησή μας, μια πόλη, χίλια βάσανα και τον τίτλο της
μεγαλοφυΐας, την απατηλή επιφάνεια μιας ερήμου και την επιφυλακτικότατη μες
στην περίσκεψή της καμπή ενός ποταμού, στην όχθη του οποίου κάτι οικοδόμοι
αναρωτιόντουσαν διάφορα. Γρήγορα όμως εγύρισα σε σένα, Δρεπάνι, γιατί την
προσφορά σου τελικώς την εσπατάλησες. Και ούτε ο καιρός, ούτε το κάλλος, ούτε η
τύχη που αποχαλινώνει την καρδιά μπορούσανε να τα βάλουν μαζί σου.
Τότε
κι εγώ ξαναζωντάνεψα τον αρχαίο μου πλούτο, τον πλούτο μας για όλους μας, και, διατάζοντας
σήμερα αυτό που θα καταστρέψω αύριο, το επιούσιο, θυμήθηκα ότι ήσουν η Ανουκί η
Σφιχταγκαλιασμένη, το ίδιο αφάνταστα όπως ήσουν η Ιωάννα, η αδελφή του καλύτερού
μου φίλου, αλλά και το ίδιο ανεξήγητα όπως ήσουν η Ξένη μες στον νου εκείνου του πανάθλιου κωδωνοκρούστη, ο
πατέρας του οποίου επαναλάμβανε κάθε λίγο και λιγάκι πως ο Βαν Γκογκ ήτανε λέει
τρελός.
Μετάφραση:
Γιώργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου