Σάββατο 18 Νοεμβρίου 2017

ΤΗΝ ΕΠΑΥΡΙΟ




ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ


ΤΗΝ ΕΠΑΥΡΙΟ

Φανοστάτες πεσμένοι· κι ένα δέντρο· – το φως κυκλοφορούσε
  από κάτω·
το δεύτερο πέρασμα δίπλα στους υπονόμους. Φέραν τα βίντζια,
σηκώσαν τα βαγόνια, πήραν τους νεκρούς. Δε φταίξαμε – είπε.
Ανάμεσα στις σιδηροτροχιές η γριά μάζευε χαμομήλια.
Βρήκε το ρολόι του εισαγγελέα· το πέρασε στο χέρι της. Τί
  θαρρείς, γιέ μου,
που οι νεκροί δεν πεινάνε; – τρώνε τα σίδερα, τις πόρτες, την
  πέτρα. Τότε
πάνω απ’ το πρόχωμα φώναξε ο Βαγγέλης. Δεν ξεχώρισαν λόγια.
  Οι άλλοι
βγάλαν απ’ τα πουκάμισά τους τις σημαίες και προχωρήσαν προς
  τον χάλκινο ιππέα.



Από την ποιητική συλλογή: Το μακρινό (1975).
Από το βιβλίο: Γιάννης Ρίτσος, «Ποιήματα», τ. ΙΒ΄, Κέδρος, Αθήνα 1997, σελ. 19.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου