Η ανάρτηση αφιερώνεται στην Πολυξένη
VICENTE ALEIXANDRE
Η ΦΩΝΗ ΜΟΥ
Γεννήθηκα μια νύχτα καλοκαιρινή
σε δύο παύσεις ανάμεσα. Μίλα μου: σε ακούω.
Γεννήθηκα. Πού νά ’βλεπες τί αγωνία
απεικάζει το φεγγάρι και χωρίς καν να προσπαθήσει.
Γεννήθηκα. Η ευτυχία ήταν τ’ όνομά σου.
Κάτω από μια λάμψη ελπίδα, ένα πουλί
Να φτάσω, έφτασα. Η θάλασσα ήτανε παλμός,
η παλάμη κάποιου χεριού, ένα χλιαρό μετάλλιο.
Οπότε δεν αποκλείεται πλέον να υπάρχουν
τα φώτα, οι θωπείες, το δέρμα, ο ορίζοντας,
αυτό το να λέω λόγια δίχως λόγο ή νόημα
που κυκλώνουν σαν αφτιά, κοχύλια,
σαν λοβός ανοιχτός που ξημερώνει
(άκου, άκου) μέσ’ απ’το φως το χιλιοτσαλαπατημένο.
Μετάφραση: Γιώργος
Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου