RENÉ CREVEL (1900-1935)
ΒΛΕΜΜΑ
Το βλέμμα σου χρώμα ποταμίσιο
Είναι το ήρεμο νερό και που αλλάζει
Με την ημέρα που έρχετ’ εκεί να ποτιστεί.
Μικρό πρωί. Εσθήτα αγγέλου
Μια μπάσκα του ουράνιου μανδύα
Κάτω απ’ τα ματόκλαδα, ανάμεσα στις όχθες
Επιάστηκε. Κύλα, κύλα εσύ νερό ζωηρό, κύλα!
Η νύχτα φεύγει, αλλά η αγάπη μένει.
Και το χέρι μου εμένα νιώθει καρδιοχτύπια.
Τα κορμιά μας θέλησε η αυγή να τα στολίσει με τη
δική της πραότητα.
Θεία Ευχαριστία.
Ο πρωινός πόθος κυρίεψε τα γυμνά μας σώματα πάλι.
Για να λαξέψει τη σάρκα που την είχαμε πιστέψει ασθενή
και κατάκοπη.
Στους ποταμούς εκεί κάτω ήδη περνάνε τα πλοία.
Τα δέρματά μας έχουν μετά τον έρωτα άρωμα ζεστού
καρβελιού.
Αν είναι το νερό των ποταμών για τα μέλη μας,
Τα μάτια σου εσένα θα ξεπλύνουν την ψυχή μου·
Το ρευστό όμως βλέμμα σου το μεσημέρι που φοβάμαι
Μήπως και γίνει μολυβένιο;
Φοβάμαι τη μέρα, τη μέρα που κρατάει πολύ
Τη μέρα που ποτίζει το βλέμμα σου χρώμα ποταμίσιο
Χρυσάφι πάνω σ’ εσπέρα λιθόστρωτη για τον δίδυμο
θρίαμβο
Αν η νίκη κράξει την ηδονή των αγγέλων
Που φανερώνει εντός της τη Μεγαλειότητα ενός Γάγγη.
Μετάφραση: Γιώργος
Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου