PABLO NERUDA
Η ΦΩΤΙΑ
Τί καὶ πόσο μουσικὴ στιγμὴ
μοῦ λέει ἕνα πανέξυπνο ποτάμι
τὰ νερά του δίπλα μου κυλώντας:
μὲ τὰ λιθάρια διασκεδάζει,
τὸν δρόμο του παίρνει τραγουδώντας,
ἐνῶ ἀποφασισμένος ἐγὼ γιὰ ὅλα
μὲ μάτια τὸ κοιτῶ παράφορα.
Ἂς ἀφιερώσουμε στὴ δυστυχία
μιὰ σκέψη, ἀτμὸς ποὺ γίνεται,
ὅπως καὶ τὸ χῶμα τὰ χαράματα,
τὸ βρόμικο ἀπ᾽ τὰ δάκρυα τ᾽ οὐρανοῦ,
ἕνα δέντρο ὑψώνει ὅλο ἀχνὸ
μὲ σκοπό του τὸ πρωὶ νὰ συσκοτίζει:
τὸ φῶς ποὺ γεννιόταν ὑποφέρει,
ἡ μοναξιὰ στασιάζει,
τίποτα δὲν μένει γιὰ νὰ δεῖς,
οὔτε οὐρανὸς φαίνεται οὔτε γῆ
κάτω ἀπ᾽ αὐτὴ τὴν ἁλμυρὴ ὁμίχλη.
Μὲ τὸ θέμα αὐτὸ τὸ παρακάναμε
εἶπα ξαναγυρνώντας στὴν πυρὰ
ποὺ ἔσβηνε στὶς λόχμες μέσα,
καὶ μὲ δυὸ μικρὰ δαφνόκλαρα
ὑψώθηκε μιὰ φλόγα κόκκινη
μ᾽ ἕνα κάστανο στὴ μέση της,
κι ἔπειτα ἄνοιξε τὸ κάστανο
καὶ μοῦ ᾽μαθε τὸ μάθημα
τῆς φυλακισμένης του γλυκάδας,
κι ἔτσι ξανάγινα κι ἐγὼ πολίτης
ποὺ τοῦ ἀρέσει νὰ διαβάζει ἐφημερίδες.
Μετάφραση: Γιῶργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου