ΝΙΚΟΣ ΚΑΣΣΙΟΣ
ΔΑΝΤΗΣ
Περίμενε η δάδα του αναμμένη
τιάρες και στέμματα να ζεματίσει.
Περίμενε της πένας του η βρύση
ν’ ανοίξει, να χυθούν κύματα οι αίνοι.
Περίμεναν συμπάθειες και μίση
τέχνη να γίνουν. «Μα γιατί σωπαίνει;»
σκέφτονταν οι αγαθοί, κι οι εκφυλισμένοι:
«Ποτέ του ας μη σώσει να μιλήσει.»
Περίμενε ο Μεσαίωνας την ώρα
που ένα του τέκνο θα έσπαγε τα σκότη.
Περίμενε η αγάπη του η πρώτη
το σμίξιμο˙ τη γλώσσα της μια χώρα.
Κι ενώ όλα τούτα του φωνάζαν: «Όρμα!»,
τον ήλεγχε της terza rima η φόρμα.
τέχνη να γίνουν. «Μα γιατί σωπαίνει;»
σκέφτονταν οι αγαθοί, κι οι εκφυλισμένοι:
«Ποτέ του ας μη σώσει να μιλήσει.»
Περίμενε ο Μεσαίωνας την ώρα
που ένα του τέκνο θα έσπαγε τα σκότη.
Περίμενε η αγάπη του η πρώτη
το σμίξιμο˙ τη γλώσσα της μια χώρα.
Κι ενώ όλα τούτα του φωνάζαν: «Όρμα!»,
τον ήλεγχε της terza rima η φόρμα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου