Κυριακή 29 Μαρτίου 2015

Η ΧΑΡΤΟΠΑΙΞΙΑ




CHARLES BAUDELAIRE


Η ΧΑΡΤΟΠΑΙΞΙΑ

Τις γριές τις κουρτιζάνες βλέπεις σε φθαρμένες πολυθρόνες
χλομές να κάθονται: μπογιά στο φρύδι, μαργιολιά στο μάτι·
καμωματούδες· κι απ’ τα μαραμένα αφτιά τους σαν κολόνες
γκρεμίζονται οι κλαγγές από ’να κράμα μέταλλου και αχάτη·

γύρω απ’ την πράσινη την τσόχα βλέπεις όψεις δίχως χείλη·
και χείλη δίχως χρώμα· και σαγόνια δίχως δόντια·
τα δάχτυλα σπαστά απ’ τον πυρετό μιάς γέενας σα σμίλη
σκαλίζουν άδειες τσέπες, τα δε στήθη τα τρυπάνε ακόντια·

κάτω από ρυπαρά ταβάνια μια σειρά πολυελαίων
μαζί με κρεμαστά τεράστια λυχνάρια χύνουν φώτα
στα σκυθρωπά τα μέτωπα διασήμων ποιητών μοιραίων
που εκεί έρχονται να σπαταλήσουν αίμα ανάκατο με ιδρώτα·

και να, αίφνης, μιά νυχτιά, μιά μαύρη εικόνα βλέπω που κυλούσε
σαν σε όνειρο, στο καθαρό μου βλέμμα μέσα νά ’βρει πάτο·
τον εαυτό μου εγώ είδα σε μιάς τρώγλης μέσα που ακουμπούσε
τον τοίχο· και μ’ είχε η παγωνιά με φθόνο εκεί γεμάτο:

φθονούσα, ναι... το πάθος όλων τους το επίμονο φθονούσα
εκεί· την πένθιμη χαρά που η καθεμία γριά πουτάνα
εξέπεμπε, καθώς πουλούσε εμπρός μου περασμένα λούσα:
η μιά ένα ονόρε αρχαίο, ενώ η άλλη κάλλη δήθεν πλάνα.

Φθονώντας τούτα τα ναυάγια ετρόμαξ’ η καρδιά μου... ερίγησ’...
εκοίταγε άνθρωπους εμπλέους ζήλου να βουτάν στα χάη,
και, το ίδιο της ρουφώντας το αίμα, θα προτίμαγε, εν ολίγοις,
στον πόνο και στον κολασμό, αντί στο μηδέν, μεμιάς να πάει!



Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου