Τρίτη 25 Νοεμβρίου 2008
ΚΑΡΦΩΜΕΝΟ
FRANCESCO PETRARCA
[Σ’ ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΟΨΗ, ΟΠΟΥ ΠΟΝΩ ΚΑΙ ΑΝΑΣΤΕΝΑΖΩ]
Σ’ αυτή την όψη, πού πονώ κι αναστενάζω,
βαθύς ο πόθος μού εκάρφωσε το βλέμμα·
κι αφ’ ότου ερώτησε ο Έρως «Τί κοιτάς;», το γνέμα
πλέον των χεριών της δεύτερή μου αγάπη βάζω.
Σαν ψάρι που ’πιασε τ’ αγκίστρι, ιδού, σπαράζω·
και σαν πουλί στην ξόβεργα θρηνώ στο ρέμα.
Μαθαίνει πια η καρδιά μου τί ’ναι αλήθεια ή ψέμα·
το χέρι ε κ ε ί ν ο ξέρω πια να λογαριάζω.
Το βλέμμα μου, όμως, μένει απάνω καρφωμένο
στην όψη της, που εφώταγε με ονείρου δάδα,
για να βοσκήσει τη φωτιά της μαγεμένο.
Εκεί η ψυχή μου, με αλύμαντην ικμάδα,
ζει το διπλό καλό (το εξ ουρανού σταλμένο)
–και χέρι και όψη– με ανεκλάλητη γλυκάδα.
Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.
Ετικέτες
ΙΤΑΛΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ,
ΚΕΝΤΡΩΤΗΣ,
ΣΟΝΕΤΤΟ,
PETRARCA
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Χαιρετισμούς
ΑπάντησηΔιαγραφή@ Λεμέσια: Καλημέρα από την Κέρκυρα. Ευχαριστώ για την επίσκεψη.
ΑπάντησηΔιαγραφή