CHARLES BAUDELAIRE
ΣΕ
ΜΙΑ ΓΥΝΑΙΚΑ ΚΡΕΟΛΗ
Στη
χώρα εκείνη, που μοσχοβολάει όλο και ο ήλιος τη θωπεύει,
σε
μια σκϊάδα δέντρων, σε μία πορφυρόχρωμη θολία,
μια
κρεολήν εγνώρισα με αγνώρηγα τής χάρης σκεύη
κάτω
από κάτι φοινικιές που εγκρίνανε τη ραθυμία.
Ωχρό
το χρώμα της, θερμό· το μελαψό της λουκ ληστεύει
το
μάτι· νάζια ευγενικά με κέρδισαν με γοητεία·
ψηλή·
άπιαστη στο διάβα της, σαν κυνηγήτρα που τοξεύει·
το
κοίταγμά της βέβαιο, ενώ χαμογελούσε με ηρεμία.
Αν
ήσασταν, Μαντάμ, στη χώρα, που της δόξας είναι η μάνα,
στις
πράσινες του Λίγηρα τις όχθες ή του Σηκουάνα,
που
αυτό το κάλλος σας αξίζει αρχαίες βίλες να κοσμήσει,
θα
κάνατε στων σκιερών περίβολων τα παραπέτα
και
στις καρδιές των ποιητών χιλιάδες να σπαρθούν σονέτα –
και
ο εσμός των βάρδων σκλάβος θά ’θελε να σας υπηρετήσει.
Μετάφραση:
Γιώργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου