PAUL VALÉRY
ΛΟΥΟΜÉΝΗ
Καρπός σαρκός και λούζεται σε κάποια φρέσκια στέρνα
(Γαλάζιο μες σε κήπους ριγηλούς) αλλά έξω απ’ το νερό
Αυτόνομη μιά κεφαλή απ’ τα σφιχτά της στέρνα
Αστράφτει ολόχρυση σαν προτομή, σημείο θανατερό.
Το κάλλος εκκολάπτεται στο ρόδο και στ’ αγκάθι!
Από καθρέφτη εβγήκε και τής στάζουν τα κοσμήματα
Αλλόκοτες φωτιές σπασμένες, και μι’ αγκάλη με άνθη
Τ’ αφτάκι της τσιγκλίζει με ό,τι λεν γυμνά τα κύματα.
Αόριστο ένα μπράτσο πνίγηκε στο διάφανο μη όν,
Σαν πήγε μι’ άνθινη σκιά να δρέψει, πλην ματαίως –
Κοιμάται, κυματίζει τώρα στο κενό των ηδονών·
Και τ’ άλλο καμπυλώνεται σαν ουρανός ωραίος
Στην πλούσια κόμη της και υγραίνεται στο ύψος του ώμου
Πιασμένο στη χρυσότρελη πορεία ενός εντόμου.
Μετάφραση: Γιώργος
Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου