Σάββατο 15 Οκτωβρίου 2011

ΔΟΚΙΜΟΣ


ΠΑΝΑΓΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ (1940)


ΔΟΚΙΜΟΣ


      Στον Ευάγγελο Κολιό

Πρωτόμπαρκος κινάς καδένες να χαπιάρεις
μέσα σε στρίτσα που μυρίζανε βαριά.
Άσμενος ατενίζεις; άθυρμα η καρδιά;
Ο χρόνος τέρμινο, αρμενιστής, λυράρης.

Ντούκια φερμάριζες τους κάβους μ’ εξαρτία
και μόνε μόνε, σκεπτόσουν βιαστικά
πως εάν σπάσουν, θα σε πάρουν μακριά
από του πόρτο που σου πρέπει η αμαρτία.

Κρουζέτα ματσακόνιζες, ρέλια μουράδες,
κουβέρτες έβαφες, αβέρτες βρομερές.
Νύχτες και άναστρες έσερνες θολές
των λιμανιών τις μονοσήμαντες κυράδες.

Κι όταν ερχότανε η ώρα να σκατζάρεις,
από το σώμα σου να διώξεις τη σκουριά,
χαρά σου μόνη μιά τ’ ορίζοντα ματιά
όταν μαθήτευες τ’ αστέρια πώς να πάρεις.

Μ’ άπνοιες έτρεξε ο χρόνος κι αληγίες
στους ώμους έφερε σιρίτια χρυσαφιά.
Δόκιμος έμεινες στη σκέψη τελικά,
μιά και τρομάζεις πως υπάρχουν Ερινύες.



Από το βιβλίο: Παναγής Αντωνόπουλος, «Το μπάρκο», Κάκτος, Αθήνα 2005, σελ. 26.

2 σχόλια:

  1. Με ένα ευχαριστώ πως να ξεχρεώσω .

    Το επόμενο Tango που θα γράψεις

    θα το θεωρούσα ένδειξη φιλίας και τιμής

    αν μου το αφιερώσεις Π.Α

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. @ Π.Α.: Εδώ είμαστε, καπετάμιε. Πες ότι έγινε κιόλας.

    ΑπάντησηΔιαγραφή