RAINER MARIA RILKE
«ΝΑ ΠΕΘΑΙΝΕΙΣ ΠΡΕΠΕΙ, ΔΙΟΤΙ ΤΙΣ ΞΕΡΕΙΣ»
(«Papyrus Prisse». Ἀπὸ τὰ γνωμικὰ
τοῦ Πτὰχ-Χοτέπ, χειρόγραφο περὶ τὸ 2000 π.Χ.)
«Νὰ πεθαίνεις πρέπει, διότι τὶς ξέρεις». Νὰ πεθαίνεις
στὴν ἄφατη ἀνθοφορία τοῦ χαμόγελου. Νὰ πεθαίνεις
στὰ πανάλαφρα χέρια τους. Νὰ πεθαίνεις
στὶς γυναῖκες δίπλα.
Τὶς θανατηφόρες ἂς τραγουδάει ὁ ἔφηβος,
ὅταν τοῦ μεταμορφώνονται στὰ ὕψη καὶ ἔχοντας διαβεῖ
τὸν χῶρο τῆς καρδιᾶς του. Ἀπὸ τὸ στήθη του μέσα ποὺ θάλλουν
ἂς τὶς ὑμνήσει αὐτός —
τὶς ἀπρόσιτες! Ἄχ, πόσο ξένες εἶναι.
Ἀπὸ τὶς κορυφὲς ἐπάνω
τῶν αἰσθημάτων του προβάλλουν νὰ ποτίσουν
νύχτα ποὺ γλυκὰ μεταμορφώθηκε
τὴν ἀφρόντιστη τῆς ἀγκαλιᾶς του
κοιλάδα. Τῆς ἀνάβασής τους ἄνεμος
στὴ φυλλωσιὰ θροΐζει
τοῦ κορμιοῦ τους. Καὶ λάμπουνε
τὰ ρυάκια του.
Ὁ ἄντρας ὅμως
πιὸ συγκλονισμένος ἂς σωπαίνει. Αὐτός, ποὺ
δὲν εἶχε δρόμο νὰ διαβεῖ τὴ νύχτα
και χάθηκε στὰ βουνὰ τῶν αἰσθημάτων του —
αὐτὸς ἂς σωπαίνει.
Ὅπως σωπαίνει καὶ ὁ θαλασσινός, ὁ μεγαλύτερος στὰ χρόνια,
ἐνῶ οἱ τρόμοι οἱ ἀκόμα ὑπαρκτοὶ
παίζουνε μέσα του λὲς καὶ εἶναι σὲ κλουβιὰ κλεισμένοι
ποὺ πέρα-δῶθε πᾶνε.
Μετάφραση: Γιῶργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου