Πέμπτη 25 Μαΐου 2023

ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΚΑΙ Η ΦΩΝΗ

 


LUIS CERNUDA

 

ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΚΑΙ Η ΦΩΝΗ

 

Αὐτὸ ποὺ εἶναι ὁ ἄνθρωπος, ἂν ὄντως εἶναι κάτι, στὰ μάτια προβάλλει καὶ στὴ φωνή· τόσο δὲ μάλιστα, ποὺ αὐτὰ τὰ δύο μποροῦν νὰ κερδίσουν ὅποιον τὰ βλέπει ἢ τὰ ἀκούει. Ἀκόμα καὶ στ᾽ ὄμορφο κορμί, ὅσο ὄμορφο καὶ ἂν εἶναι, κάτι λείπει: μιὰ σπίθα φωτός, μιὰ ἠχὼ μουσική. Νά χάνεσαι σὲ μιὰ φωνή, νὰ καίγεσαι σὲ δύο μάτια μέσα! Ποιός δὲν τό ᾽χει, τάχα, ἔστω καὶ μιὰ φορὰ ποθήσει;

 

*

 

Τόσα καὶ τόσα χρόνια ἔζησες ἀνάμεσα σὲ κόσμο μὲ σβησμένα μάτια καὶ μὲ φωνὴ ἀνέκφραστη. Καὶ δὲν εἶναι ὅτι κάποιοι ἄνθρωποι δὲν ἦσαν ἐν τάξει, ὄχι· τὰ μάτια τους, ὅμως, τὶς περισσότερες φορές, ἦσαν νερὰ βαλτωμένα, σπανίως δέ, σπανιότατα φεγγίτες. Μέσα τους νὰ ὑπῆρχε, ἄραγε, τίποτα; Ἀκόμα κι ἂν ὑπῆρχε, πράγμα ποὺ ὄχι καὶ λίγες φορὲς τὸ ἀμφισβήτησες, ἦταν ἤδη πεθαμένο.

Οἱ δὲ φωνές τους;: εἴτε μνησίκακες εἴτε περιφρονητικές· καὶ μεταξὺ αὐτῶν τῶν δύο ἄκρων τί;: θόρυβος, θόρυβος, θόρυβος. Οὔτ᾽ ἕνα ρίγος. Φωνὲς ἀκαλλιέργητες ἦσαν ἐκεῖνες (καλλιέργεια: φωνῶν ἀνιδιοτελῶν κληρονομία), χωρὶς μετατροπίες ἤχου, χωρὶς θωπευτικὰ ἐνεργήματα· φωνὲς χάριν τῆς ἐμπορικῆς διαπραγμάτευσης ἢ τῆς ἀνἀγκης — γιὰ τίποτ᾽ ἄλλο.

 

*

 

Λίγες (σχεδὸν οὔτε γιὰ δεῖγμα) δὲν θὰ βρεῖς ἀκαλλιέργητες φωνὲς ἐδῶ, στὸ Μεξικό· ὁ ὁμιλητής, ὅσο ταπεινὸς καὶ ἂν εἶναι, διαθέτει γλώσσα περίκομψη. Ὁμιλία ἄψογη, ἐκφώνηση κλασική, χωρὶς χυδαίους τροπισμοὺς τοῦ συρμοῦ οὔτε λαϊκότροπους ἐπιτονισμούς. Καὶ πῶς ἠχοῦν, ἀλήθεια, τοῦτες οἱ φωνές, καθαρές, μεταξένιες: μὲ τοῦ μεταξιοῦ τὸν ψυχρὸ καὶ ἀγέρινο φλοῖσβο.

Ἰδοὺ αὐτὰ τὰ μάτια τὰ καστανόμαυρα μὲ τὸ παρατεταμένο τους βλέμμα ποὺ σὲ ἀκουμπάει καὶ σὲ τρυπάει, σὲ διαπερνᾶ· μάτια ποὺ ἀπὸ μέσα τους προβάλλει ἡ ψυχή, ποὺ αὐτὰ τὰ ἴδια εἶναι ψυχή. Στὸ ἀδόκητό τους διάβα ἀνοίγουν καὶ πέφτουν τὸ ἕνα πάνω στ᾽ ἄλλο σὰν φλογερὸ ἡλιοβασίλεμα, ἀφήνοντας σὲ ὅποιον τὰ εἶδε μιὰν ἀτέρμονη ἡδονή, καὶ μαζὶ μ᾽ αὐτὴν καὶ τὸν πόθο νὰ τὰ δεῖ νὰ ξανανοίγουν τὸ πρωὶ τῆς ἑπόμενης μέρας.

 

*

 

Ὑπάρχουν κάποιοι ποὺ χάνονται ἀπὸ πλεονεξία καὶ κάποιοι ποὺ χάνονται ἀπὸ ματαιοδοξία· κάποιοι ποὺ χάνονται ἀπὸ φιλοδοξία καὶ κάποιοι ποὺ χάνονται, ἐπειδὴ καθόλου νὰ χαθοῦν δὲν θέλουν· ὑπάρχουν ἐκεῖνοι ποὺ χάνονται γιὰ κάποιο πλάσμα, ὑπάρχεις κι ἐσὺ ποὺ θὰ χανόσουν γιὰ δυὸ μάτια καὶ γιὰ μιὰ φωνή. Μέχρι τὴν κόλαση θὰ μποροῦσες νὰ πᾶς ξοπίσω τους (ἂν δὲν ἔχεις ἤδη δὰ βγεῖ στοῦ πηγαιμοῦ τὸν δρόμο), γιὰ μιὰ λέξη, γιὰ μιὰ ματιά, ἀλλὰ καὶ πάλι μικρὸ θὰ σοῦ φαινόταν πὼς ἦταν ἐν τέλει τὸ τίμημα.

 

Μετάφραση: Γιῶργος Κεντρωτής.


 




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου