ΧΡΗΣΤΟΣ
ΓΑΛΛΙΟΣ
ΠΡΕΛΟΥΔΙΟΝ
κατάγομαι
απ’ τη νύχτα μα δε διαφθείρομαι
αφού
η στεριά των δακρύων μου ασπρογαλιάζει από καθαρή ξαστεριά
και
ξέρω πως νανουρίζουν τη φλογίτσα οι χλωροί θεριστές του πρωινού
χωρίς
υποταγή στα φρικιά της ομίχλης
με
τη νεότητα αδιάβροχη ξέρω πως μαίνεται και θα υπερισχύει
μες
το πηγάδι το αθυρόστομο και βιαστικό μένος της άνοιξης:
θα
σας μαδήσω ηλιοτρόπια μέχρι να φαγωθεί το πολύσπορο σκότος
θα
ζητήσω στιλέτο χρυσό απ' την ισημερία
να
κόψω πάλι τα λιλιά και να τρυπήσω τα στόμια της φλογέρας
στο
κέρατο του λαχανιασμένου κριού
θα
βοσκήσουν ολοζώντανες οι φάλαγγες των αρωμάτων μου
τη
χρωματοψία απ’ τους μαστούς του χώματος
θα
επιπλεύσει στο ιώδιο
το
απέραντο κράτος της ευδίας μου
και
κάθε ράμφος του μεσημεριού
θα
εκτοξεύει κι από έναν σβόλο ερώτων στο νικητήριο θούριο
πάνω
απ' τη φλύαρη και ξεψυχισμένη σας θλίψη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου