Δευτέρα 1 Ιουνίου 2009

ΛΟΡΚΑ!



FEDERICO GARCÍA LORCA


LLUVIA


La lluvia tiene un vago secreto de ternura,
algo de soñolencia resignada y amable,
una música humilde se despierta con ella
que hace vibrar el alma dormida del paisaje.

Es un besar azul que recibe la Tierra,
el mito primitivo que vuelve a realizarse.
El contacto ya frío de cielo y tierra viejos
con una mansedumbre de atardecer constante.

Es la aurora del fruto. La que nos trae las flores
y nos unge de espíritu santo de los mares.
La que derrama vida sobre las sementeras
y en el alma tristeza de lo que no se sabe.

La nostalgia terrible de una vida perdida,
el fatal sentimiento de haber nacido tarde,
o la ilusión inquieta de un mañana imposible
con la inquietud cercana del color de la carne.

El amor se despierta en el gris de su ritmo,
nuestro cielo interior tiene un triunfo de sangre,
pero nuestro optimismo se convierte en tristeza
al contemplar las gotas muertas en los cristales.

Y son las gotas: ojos de infinito que miran
al infinito blanco que les sirvió de madre.

Cada gota de lluvia tiembla en el cristal turbio
y le dejan divinas heridas de diamante.
Son poetas del agua que han visto y que meditan
lo que la muchedumbre de los ríos no sabe.

¡Oh lluvia silenciosa, sin tormentas ni vientos,
lluvia mansa y serena de esquila y luz suave,
lluvia buena y pacifica que eres la verdadera,
la que llorosa y triste sobre las cosas caes!

¡Oh lluvia franciscana que llevas a tus gotas
almas de fuentes claras y humildes manantiales!
Cuando sobre los campos desciendes lentamente
las rosas de mi pecho con tus sonidos abres.

El canto primitivo que dices al silencio
y la historia sonora que cuentas al ramaje
los comenta llorando mi corazón desierto
en un negro y profundo pentágrama sin clave.

Mi alma tiene tristeza de la lluvia serena,
tristeza resignada de cosa irrealizable,
tengo en el horizonte un lucero encendido
y el corazón me impide que corra a contemplarte.

¡Oh lluvia silenciosa que los árboles aman
y eres sobre el piano dulzura emocionante;
das al alma las mismas nieblas y resonancias
que pones en el alma dormida del paisaje!


Enero de 1919
(Granada)



Η εικονιζόμενη φίλη του μπλογκ μάς έχει ξαναστείλει ποιήματα. Επιθυμεί να κρατήσει την ανωνυμία της. Την ευχαριστούμε πολύ.

5 σχόλια:

  1. γιώργο, οπωσδήποτε να δεις το σπίτι της μπερνάρντα άλμπα που ανεβάζει για λίγο ακόμη η τότα σακελλαρίου στη μαύρη σφαίρα, ένα απίστευτα μικρό θεατράκι, όπου οι θεατές είναι εντελώς φάτσα κάρτα με τους ηθοποιούς και το έργο. μην το χάσεις
    ελένη

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. κ καθηγητά
    Τι μανία κι αυτή με την ανωνυμία. Ευτυχώς που κρατάμε αρχείο.
    Καλό βράδυ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Και εδώ ο Αλεξανδρινός Καβάφης

    Εκτύπωση
    ................................
    έχει λιγνά δυο δένδρα
    μικρό ένα περιβόλι·
    και κάμνει εκεί της εξοχής
    μια παρωδία το νερό —
    μπαίνοντας σε κλωνάρια
    οπού δεν έχουν μυστικά·
    ποτίζοντας τες ρίζες
    που έχουν ασθενικό χυμό·
    τρέχοντας εις το φύλλωμα
    που με κλωστές δεμένο
    πεζό και μελαγχολικό
    κρεμνά στα παραθύρια·
    και πλένοντας καχεκτικά
    φυτά που μες σε γλάστρες
    τα ’στησ’ αράδα-αράδα
    μια φρόνιμη νοικοκυρά.

    Βροχή, που τα μικρά παιδιά
    κοιτάζουνε χαρούμενα
    μέσ’ από κάμαρη ζεστή,
    κι όσο πληθαίνει το νερό
    και πέφτει πιο μεγάλα,
    χτυπούν τα χέρια και πηδούν.
    Βροχή, που ακούν οι γέροι
    με σκυθρωπήν υπομονή,
    με βαρεμό κι ανία·
    γιατί εκείνοι από ένστικτον
    δεν αγαπούνε διόλου
    βρεμμένο χώμα και σκιές.

    Βροχή, βροχή — εξακολουθεί
    πάντα ραγδαία να βρέχει.
    Μα τώρα πια δεν βλέπω.
    Θόλωσ’ απ’ τα πολλά νερά
    του παραθύρου το υαλί.
    Στην επιφάνειά του
    τρέχουν, γλιστρούν, κι απλώνονται
    κι ανεβοκατεβαίνουν
    ρανίδες σκορπισμένες
    και κάθε μια λεκιάζει
    και κάθε μια θαμπώνει.
    Και μόλις πλέον φαίνεται
    θολά-θολά ο δρόμος
    και μες σε πάχνη νερουλή
    τα σπίτια και τ’ αμάξια.


    (Από τα Κρυμμένα Ποιήματα 1877;-1923, Ίκαρος 1993)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Τέλεια επιλογή η ποίηση του Λόρκα για την επίσημη πρώτη του καλοκαιριού. Ταξιδεύω ήδη νοερά στην Ανδαλουσία και σας εύχομαι καλό ξημέρωμα...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Ίσως γι' αυτό μου φάνηκε οικεία η φίλη που έστειλε τον Λόρκα! Μπράβο φίλη, κι ας είσαι και ανώνυμη! Και εγώ, ως φίλος του ιστολογίου, θα ήθελα να προτείνω "Ηγεμών εκ Δυτικής Λιβύης" τού Καβάφη.

    ΑπάντησηΔιαγραφή