Κυριακή 20 Δεκεμβρίου 2015

ΦΑΙΔΡΟΣ




JOSÉ ANTONIO MORENO JUARDO (1946)


ΦΑΙΔΡΟΣ

(απόσπασμα)

Ι

Στις όχθες του Ιλισού,
αναγνώστη,
λείανα τα μαγικά άγανα
απ’ αυτά τα φύλλα
με τα χέρια μου κουρασμένα απ’ τα χρόνια
και με τα θλιμμένα μου μάτια.
Αν τόσο μεγάλο ήταν το δώρο
των θεϊκών νερών και των Νυμφών,
που αυτοί οι στίχοι,
ασήμαντοι ακόμα,
έφθαναν ως τα όρια της Ταρσίδος
πάνω στην άγουρη πλώρη του πλοίου,
θα εισέλθω απολαυστικά στον ύπνο του θανάτου
κάτω απ’ αυτό το σύννεφο στον οργασμό των φτελιών.


II

Χορέψτε!
Κορρύβαντες,
χορέψτε!
Χορέψτε γύρω από τον Φαίδρο
με γλυκιά παραζάλη από μάσκες και βωμούς.
Υπάρχει μια γαλάζια σελήνη
που αποκαθαίρει
Από τη φοβερή μόλυνση του να είστε μόνοι.
Ώστε ο ρυθμός,
σύριγγα πρασινισμένη απ’ τους ανέμους,
να σας φωτίσει την τόσο αδύναμη κοιλιά
και η διψασμένη κλίνη του τοπίου
να διερωτηθεί
για το στεγνό σπέρμα ενός σύγνεφου πεσμένου.
Κορρύβαντες,
ημίονοι του κακώς εννοημένου στίχου,
γιγάντιο τσίρκο που καλλιεργείτε τον Πίνδαρο,
σαν ‘ένα τσέρκι φλεγόμενο
όπου το φως πωλείται και η λέξη.
Χορέψτε γύρω μου,
πτώμα
που σας ξαναφέρνει τη θάλασσα στ’ αυτιά σας
πιεστικός πυρετός στο τίποτα και για το τίποτα.
Η μουσική απλώνεται ολόγυρα στο δέντρο
και απομακρυσμένη μένει,
γυμνή από σας,
φυλακισμένη στη σοβαρή γραμμή των βουνών.


V

Δέξου, Απόλλωνα, την ταπεινή μου θυσία
για τον παθιασμένο έρωτα του Ερυξίμαχου.
Θα υψώσω ένα άγαλμα από καλά χρυσωμένες μπούκλες.
στη στάση του εραστή
-χάλκινο ή μαρμάρινο
όπου το φως θα κρύβεται-
μαζί με τους εκατό λεβητοποιούς και στην πηγή
του γκρίζου λόφου των Δελφών.
Μου στάθηκε πιστός από τα είκοσι μου χρόνια
σαν ένα πρόσωπο μοναδικό,
φυλακή και έφηβος
όπου ο έρωτας ήταν κρατήρας και ελαιώνας,
κι όλα αυτά σε μένα,
εκεί που το δόντι του απογεύματος σχεδίαζε
την πιο αυστηρή σκιά
με ένα μόνο πινέλο του ποταμού και του τοπίου.
Για τον έρωτα του Ερυξίμαχου
διασκέδασα τη ζωή.
Την αγάπησα
-τόσο θλιμμένα-
όπως αυτός που μισεί
την παρουσία του φωτός στο παράθυρό του.
Για τον σταθερό του έρωτα,
λησμονώ
ότι δεν μπορεί το χέρι μου να διαπεράσει
τον πρωινό τοίχο του θανάτου.


VII

Υπήρξα ένας μυημένος
στα σκοτεινά Ελευσίνια Μυστήρια.
Επειδή πίστευα σ’ αυτά,
στα δόγματά τους,
τα διέρρηξα παθιασμένα με τη γλώσσα μου.
Η αλήθεια συντίθεται με τα θραύσματα
της κάθε καρδιάς και του κάθε χείλους.
Αυτό που λείπει ,
ίσως να
μας έχει γραφτεί στα σωθικά
της γης.


ΙΧ

Αγάπησες μια σκιά, Πυγμαλίωνα,
ακίνητη ακόμα.
Πόσες φορές
μικρέ μου Φαίδρο,
πήγες να τη δεις,
γλυκύτατη να έρχεται απ’ την δεντροστοιχία,
στο πόδι δίπλα στην πηγή
την κοραλλένια και διαμάντινη της Καλλιρρόης.
Πόσες φορές,
χαμένη η μνήμη,
της ικέτευσε ένα νεύμα,
ένα χάδι,
οποιαδήποτε απόδειξη του έρωτα
για να αισθανθείς προς στιγμήν ζωντανός.
Μόνο ένα πουλί,
κουρασμένο,
έγειρε στα χείλη σου,
ενώ η βροχή
με χτυπήματα από κρύσταλλο
της πλήγωσε για πάντα το μάγουλο.



Μετάφραση: Στέλιος Καραγιάννης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου