ΑΝΔΡΕΑΣ ΕΜΠΕΙΡΙΚΟΣ
ΙΣΠΑΧΑΝ
Καταιγίς οξυτάτης μορφής εσκέπασε την χώρα. Βράχοι
ωρυόμενοι επέπεσαν κατά των πλατυγύρων λιμνών και το πονεμένο ψάρι σύρθηκε ώς
το σταθμό των αναχωρητών. Εκεί δε βρέθηκε καμιά βοήθεια γιατί το βέλασμα των
μεγαλοσαύρων εσκόρπισε τα φτερουγίσματά του κι’ από ’δώ κι από ’κεί και τα
μανιτάρια παρεσιώπησαν τα πραγματικά γεγονότα στην περιιπτάμενη γαμήλιο πομπή
των στεναγμών ενός νέου πλανήτου. Κατόπι δεν είχε τίποτε την ίδια σημασία. Η
ησυχία δεν υπήρχε ως οντότης πραγματική. Ο όλεθρος εχαλιναγωγείτο από καμήλους.
Οι κρόταφοι των νεκρών ανθούσαν. Τα λίγα περιστέρια εκοπίαζαν γιατί ο πολτός
της λίμνης είχε σχηματίσει διώρυγα στο στενώτατο σημείο του περάσματός τους από
χιλιόστομες ύβρεις καταπατημένες με γδούπο αλλοφροσύνης μανάδων και μικρών
παιδιών ισχνοτέρων και από τα κόκαλα μιας νυχτερίδος.
Από το βιβλίο: Ανδρέας Εμπειρίκος, «Υψικάμινος», Άγρα,
Αθήνα 1980, σελ. 41.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου