ΑΝΤΩΝΗΣ
ΜΠΟΓΑΔΑΚΗΣ
ΠΡΟΚΥΜΑΙΑ
(απόσπασμα από την ποιητική συλλογή "Κάλυκας)
(απόσπασμα από την ποιητική συλλογή "Κάλυκας)
Φύσηξε
γνώριμα
η
παλάμη φλύαρη, θωρηκτό
και
το κύμα ξέφτι οξύτητας
εξαίρεση
και το θαλασσοπούλι
στο
χτίσιμο της άμμου
πάνω
σ’ ακροβασίες
δηλαδή
ενώ
είχε
προχωρήσει κι άλλο
υποχώρησε
ακόμα περισσότερο
σε
μια σειρά ακρογιάλια
και
το λοιπόν αυτή η κατάσταση
της
αμέλειας
στηρίζεται
σε μετρήσεις
σ’
ελλιπείς υπολογισμούς
στις
σιωπές του πρώτου καιρού
στις
βροντές του δεύτερου·
η
θάλασσα εντούτοις
με
κείνες τις εύκολες κουβέντες
τις
σαν πεταλίδες
για
τα πράγματα και το σκοτάδι
που
προέκυπτε ανά πάσα στιγμή –
κι
αυτό το λαμβάναμε υπόψη –
κομμάτι
το κομμάτι
όλα
χωρίς εξαίρεση
ακόμα
και την διαλεκτική της άμμου
που
μας τραβούσε τότε κοντά της
με
φιλιά κι αγγίγματα
με
την υποχρέωση του άψε σβήσε
από
την μια μεριά
στριμωγμένοι
στην υποχρέωση
του
χλιαρού νερού από την άλλη
του
νερού
στο
πνεύμα της αχιβάδας
στα
παζάρια των κοχυλιών
η
θάλασσα λοιπόν
βάραινε
μέσα μας
σαν
ψόφιο άλογο
κι
εντούτοις έπνιγε αυτό το βάρος
με
μια αρμαθιά φύκια.
Ναι,
ακόμα κι εγώ
κάποτε-κάποτε
δεν
έμπαινα στον κόπο
τα
ίχνη απέμεναν σαν φούσκες
τ’
αλατιού, μια βαβούρα
πάνω
στ’ ατημέλητα βράχια
δεν
κινούμαι, έλεγα, κι έτσι
ο
ήλιος περνούσε
άχαρα
από μπροστά μου
αλλά
εγώ στητός
όχι
χωρίς καμία σημασία
ή
υπόνοια
όχι
εκεί στις σκιές, όχι εδώ
στην
κοντόφθαλμη αγέλη των εκφράσεων.
Ήμουν
αναγκασμένος ν’ απομείνω
απόμερα
για μιαν ακόμη φορά
να
δοκιμάσω τον καινούριο κρυψώνα
σαν
πέτρινη σάρκα που στάζει
από
την υγρασία –
απ’
όπου υπηρέτησε
πιστά
την ανθρωπότητα –
να
ροκανίσω τον χρόνο
όπως
ένα μουλάρι μασάει τ’ άχυρα
εν
τέλει να επιτρέψω
να
ξαναφαγωθεί το σκοτάδι
με
την ελπίδα κάποιου σπίρτου
που
πρώτο-πρώτο θα τ’ άκουγε
τ’
αφτί μου τσάααφ. Βέβαια
ήθελα
κάτι άλλο
μιαν
άλλη σύγχυση, έναν καινούριο
τρόπο
επέλασης. Θα ’ταν υπέροχο!
Εξαιρετική γλώσσα, δυνατές εικονες, ακόμα δυνατότερα νοήματα. Αναμένουμε συνέχεια κι σας ευχαριστούμε!
ΑπάντησηΔιαγραφή