JAROSLAV
SEIFERT
ΟΙ
ΒΡΑΧΙΟΝΕΣ ΤΗΣ ΑΦΡΟΔΙΤΗΣ
Τεμπελχανάς
ο τυχοδιώκτης που εκαθόταν
στην
άκρη στο ποτάμι, σε κύμα διαβατάρικο
το
μάταιο ανιστορεί των πράξεών του·
’κεί
κάτω η καθεμιά του περιπέτεια
δεν
είναι παρ’ απλώς ανέμων πνεύμα
στη χούφτα του φυλακισμένο,
μια λάμψη που άνευ λόγου σβιέται,
στη χούφτα του φυλακισμένο,
μια λάμψη που άνευ λόγου σβιέται,
και
φόβος μην τυχόν και δεν πεθάνει.
Δεν
είναι όμως τούτη
η
αληθινή αποστολή του.
Όποτε
λαλεί ο αλέκτωρ,
η
δε δροσιά σε περονιάζει,
φυλλορροούν,
μαραίνονται τα ρόδα,
κι
εκείνος τότε δώσ’ του λέει και ξαναλέει
πόσο
σκληρό, πόσο σκληρότατο είναι
τα
ρόδα να τσαλαπατάς, ναν τ’ ακρωτηριάζεις:
τα
πέταλα και οι στήμονες
σαν
νύχια μοιάζουν και σαν πόδια.
Δεν
είναι όμως τούτη
η
αληθινή αποστολή του.
Για
δείτε όμως και της γέννησης το κάλλος!
Θρηνώντας την απώλεια χιμάει
Θρηνώντας την απώλεια χιμάει
στο
αυλάκι κάτω που κυλάνε τα νεράκια
να καρτερέσει εκεί το ανθάκι των εάρων
που μέλλονται κάποια στιγμή να ρθούνε,
να καρτερέσει εκεί το ανθάκι των εάρων
που μέλλονται κάποια στιγμή να ρθούνε,
να
πνίξει εκ νέου τον αιώνιο δισταγμό του:
ν’
αρπάξει τη γνωστή τής Μήλου Αφροδίτη
και
αντί για χέρια να της βάλει ένα κεφάλι.
Γιατί, αχ, γαμώτο, ετούτη είναι
η αληθινή αποστολή του.
Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου