RAFAEL ALBERTI
ΣΤΟΝ ΦΕΔΕΡΙΚΟ ΓΚΑΡΘΙΑ
ΛΟΡΚΑ, ΠΟΙΗΤΗ ΑΠ’ ΤΗ ΓΡΑΝΑΔΑ
Τούτη τη νύχτα όπου ο σουγιάς τ’ ανέμου
μπήγεται στου καλοκαιριού το πτώμα,
στην κάμαρά μου να διαγράφεται είδα
σκούρα η κατατομή σου του τσιγγάνου.
μπήγεται στου καλοκαιριού το πτώμα,
στην κάμαρά μου να διαγράφεται είδα
σκούρα η κατατομή σου του τσιγγάνου.
Ανθόκηπος. Ξιφίες των ποταμιών,
κόκκινοι απ’ των ανθών το γάργαρο αίμα.
Πικροδάφνες. Καλύβια. Λιβαδότοποι.
Και στα βουνά, ψηλά, ληστές σαράντα.
κόκκινοι απ’ των ανθών το γάργαρο αίμα.
Πικροδάφνες. Καλύβια. Λιβαδότοποι.
Και στα βουνά, ψηλά, ληστές σαράντα.
Σε μιας ελιάς εξύπνησες τον ίσκιο,
δίπλα απ’ το νιο λουλούδι των ασμάτων.
Γη κι αγέρας, σκλαβώθηκε η ψυχή σου…
δίπλα απ’ το νιο λουλούδι των ασμάτων.
Γη κι αγέρας, σκλαβώθηκε η ψυχή σου…
Παρατώντας, γλυκούλα, τους βωμούς της,
έκαψε μπρος σου μια ανεμώνη – τάμα
των λαϊκών μας τραγουδιών η μούσα.
έκαψε μπρος σου μια ανεμώνη – τάμα
των λαϊκών μας τραγουδιών η μούσα.
Μετάφραση: Ηλίας Ματθαίου.
**************************
A FEDERICO GARCÍA
LORCA, POETA DE GRANADA
En esta noche en que el puñal del viento
acuchilla el cadáver del verano,
yo he visto dibujarse en mi aposento
tu rostro oscuro de perfil gitano.
Vega florida. Alfanjes de los ríos,
tintos en sangre pura de las flores.
Adelfares. Cabañas. Praderíos.
Por la sierra, cuarenta salteadores.
Despertaste a la sombra de una oliva,
junto a la pitiflor de los cantares.
Tu alma de tierra y aire fue cautiva...
Abandonando, dulce, sus altares,
quemó ante ti una anémona votiva
la musa de los cantos populares.
acuchilla el cadáver del verano,
yo he visto dibujarse en mi aposento
tu rostro oscuro de perfil gitano.
Vega florida. Alfanjes de los ríos,
tintos en sangre pura de las flores.
Adelfares. Cabañas. Praderíos.
Por la sierra, cuarenta salteadores.
Despertaste a la sombra de una oliva,
junto a la pitiflor de los cantares.
Tu alma de tierra y aire fue cautiva...
Abandonando, dulce, sus altares,
quemó ante ti una anémona votiva
la musa de los cantos populares.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου