Σάββατο 31 Δεκεμβρίου 2011

Η ΧΑΡΑ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ



Ανάρτησή μου στο γιουτιούμπ

ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ


Η ΧΑΡΑ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ
Η σκιά ενός κλέφτη από τα περασμένα


Καλοί μου χρόνοι αλλοτινοί!
Μεγάλοι κι αψηλοί ουρανοί!
Ίσα μπάλλα, δίκιο χέρι,
πάντα πλούσιο μεσημέρι.

Κλεισούρες, έλατα, κορφές...
με χίλιες κάνουλες κρυφές
ο σκοπός σου κατεβαίνει,
ζήση μου τραγουδημένη.

Πώς παίρναμ’ όλοι το κλαρί,
σίντα του κούκου η βραχνιερή
η κραξιά μάς εκαλούσε
κ’ η τριανταφυλλιά ν-εσκούσε,

σεινάμενοι, κουνάμενοι
–γειά σου μανούλα κλάμενη–
με ντουφέκι τυχερό,
με λαγούτον ηχερό.

.....................................

Η σούβλα σιγοτριγυρνά
κριάρια παχιά και τραγανά
και σε χόρτο πατημένο
καρυδόφυλλο στρωμένο.

Πήραμ’ αλέβρι απ’ τον αγά,
απ’ τον προεστό σφαχτά ζυγά
κι απ’ το πέρα μοναστήρι
κράσο με κεφαλοτύρι.

Μέσα στ’ ασήμι, στο φλουρί
σαν Ήλιοι αστράβαμε πυροί
και με στου χορού τα πρέπια
φίδια ειμάστε με τα λέπια.

Κι αν είστε σκύλοι αρματολοί,
είμαστε λύκοι με μαλλί.
Γρήγορα τ’ αρματολίκι,
γιατί φτάσαμε σα λύκοι!

Πώς ροβολούσαμ’, αδερφοί,
σίντας εστέρναμε γραφή
στ’ Άγναντα και στο Κομπότι,
στον κατή και στο δεσπότη·

γραφή καμένη στις γωνιές:
«σας κάψαμε σα θεμωνιές
με το διώμα, με το σείσμα,
με τραγούδι και με πείσμα».

Παλουκωμένα ως σας γρικώ,
προεστών κεφάλια και Τουρκώ,
κάνω τη φτερούγα πήχη
κάνω πιθαμή το νύχι.

Μα σαν επλάκωνε χειμός,
μας έπιανε βαρής θυμός
κ’ ένας-ένας κατηφόρα
για τον κάμπο, για τη χώρα.

Καράβι ερχέται από τη Χιό
με τις βαρκούλες του τις δυό.
Έτσι μπαίναμε στη χώρα
μ’ όλα τα πανιά μας φόρα.

Σαν εκκλησιές μολυβωτές
και κοντυλοπελεκητές
μ’ όλα τ’ άρματά μας φόρα
καμαρώναμε στη χώρα.

Κ’ ένας τον άλλονε σκουντά
να μας θαμάξει από κοντά.
Κι αργαλειός –σαγίτα, χτένια–
μας εταίριαζε τα παίνια.

.....................................

Μα δεν ξεχνά η καρδιά πιστή
πως έχει να λογαριαστεί
με τον Κίτσο, με τον Γιάννη,
που αδερφούς η Ανάγκη κάνει.




Από την ποιητική συλλογή «Σκλάβοι πολιορκημένοι».
Από το βιβλίο: Κώστας Βάρναλης, «Ποιητικά», Κέδρος, Αθήνα 1956, σελ. 129-131.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου