VICENTE ALEIXANDRE
ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΣΤΕΡΗΜΕΝΟ
ΑΠΟ ΠΕΠΡΩΜΕΝΟ ΕΡΩΤΑ
Νιώθω
τη σιωπή σαν την άσπρη πέτρα που γλιστράει πάνω στις καρδιές των μανάδων, και
δεν έχω δύναμη άλλη πέρα απ’ το να σας συγχωρήσω όλους για το κακό που μού’χετε
κάνει, χωρίς να το αγνοείτε, με τη μορφή της σκιάς σας όταν περάσατε.
Είσαστε
όλοι τόσο καθαροί, διάφανοι σαν τον κισσό, κι έτσι έναν-έναν σας μπορώ εγώ να σας
παραμερίσω από τα συναισθήματά μου, που δεν με γαργαλάνε πια με τούτο το
οδυνηρό σαν γυναικείο αιδοίο κουκουνάρι που έχω εξορίσει από τα μάτια μου. Μιλάω
για τη γλυκιά σφήκα, για την απαράμιλλη γλυκύτητα που έσβησε το φως κάτω από τη
σάρκα, όταν έδινε την αίσθηση του πόνου που διανέμει τον θάνατο, γι’ αυτή τη
λεπτή διέλευση που συνίσταται στην υπογραφή με νερό πάνω σε λευκό φύλλο
χαρτιού, εκμεταλλευόμενη ακριβώς τη
στιγμή που αρχίζει η καρδιά να υποχωρεί .
Είναι
αργά να το σκεφτείς. Αυτό το αίσθημα καθυστέρησης πάντοτε οδηγούσε στο να φυτρώνουν
τριαντάφυλλα στον ώμο, στο να πετάει κάποιο χειλάκι χωρίς ν’ ακούγεται, στο ν’
αχνοσβήνει η ζωντανή σου πραγματικότητα σαν αέρας που ανεβαίνει.
Το
αδρανές σχήμα του χαρτιού, στο οποίο ακουμπά τρυφερά το μάγουλό του, δεν
ξεγελάει, αναστενάζει και δεν αποκρίνεται, κρύβει τον σκελετό των οστών του, τη
στιγμιαία νικέλινη πεταλούδα που πάλλεται κάτω από την κερωμένη του επιφάνεια.
Μη με ρωτάς περισσότερα. Ηρέμησε. Ανακάλεσε στον νου σου τη σωτηρία των χεριών,
εκείνη την ενδελεχή πτήση με την οποία προβλέπεται η άφιξη σε κάτι βελούδινα όρη,
όπου τα μάτια θα μπορέσουν τελικά να δουν ένα καυτό τοπίο, μιαν απαλή μετάβαση
που συνίσταται στο να ψελλίζεις ένα όνομα στ’ αφτί, ενώ την ίδια στιγμή θα ξεχνάς
ότι ο ουρανός είναι πάντα ο ίδιος.
Κοιμήσου
κορίτσι μου. Ακόνισε των νυχιών σου την ποιότητα, όση ώρα θολώνεται η
ευαισθησία του αφηρημένου στήθους σου και καταλήγει να γίνει ένας στενεμένος γιαλός,
αναπνοή με όρια που δεν πρέπει καθόλου να ξαφνιάζεται από τη νέα σελήνη.
Παρατημένο
έχεις πρόσωπο. Τούτη η χαλαρότητα δεν είναι η χαλαρότητα των άκρων σου. Τούτη η
ησυχία που διακηρύσσει με το ζώδιό της την ισχύ και την εγκυρότητα της ημέρας
είναι ψέμα καθαρό που υπεκφεύγει, που δεν μπορεί να φύγει και που καταλήγει να
γίνει λαχανικό. Μην επιμένεις, αλλά μεγάλωσε αμέσως τώρα. Μη μου λες ψέματα ότι
ένα δάκρυ υδραργύρου τρυπάει τη γη και λιμνάζει, ότι δεν βρίσκει τη ρίζα και
αρκείται απλώς στα χείλη, με εκείνο το οδυνηρό σάλιο που γλιστράει και που μου
καίει τα χέρια με την ιστορία του, με τη λάμψη της όψης που επανεπινοήθηκε για
να πεθάνει στου ρυακιού το ρέμα που ούτε καν ξέρω που βρίσκεται μες στη
βουβωνική μου χώρα.
Μετάφραση:
Γιώργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου