ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΕΝΤΡΩΤΗΣ
ΘΕΡΙΝΗ ΦΑΝΤΑΣΙΑ, 1: ΕΛΕΝΗ
Νὰ λούζεται ὀ Αὔγουστος —θυμίσου τὸν Ἐλύτη—,
πλὴν ὄχι στὴν ἀκρογιαλιὰ καὶ μεσημέρι,
ἀλλὰ στὸ σεληνόφως καὶ νὰ σοῦ ᾽χει φέρει
τὸ κύμα τὰ μαλάματά του μὲς στὸ σπίτι·
κι ἀπὸ τ᾽ ἁλώνια νὰ τρυπώνει μὲς στὰ κλίτη
τοῦ μπάτη ὁ μεσονύκτιος ἵδρωτας τῶν θέρι-
ζοαλωνιστικῶν ὁρμῶν, καὶ ἀσπάσιο ἀγέρι
βουτιὲς νὰ κάνει ὑποκρινόμενο τὸν δύτη
στὴ στέρνα μας, στὸν κῆπο μὲ τὰ παραμύθια.
Θυμίσου, κι ἂν δὲν εἶναι ὅλα τοῦτα ἀλήθεια,
γι᾽ ἀλήθεια ἡ φαντασία σου νὰ τὰ λογιάσει.
Νησιὰ καὶ φύκια καὶ φιλιά, μιὰ πλησμονὴ καὶ
μιὰ βαρκαρόλα καὶ ὅ,τι ἀπὸ τὸν νοῦ σου βγῆκε
νὰ μπεῖ στῶν ἀναμνήσεων τὰ μύχια δάση.
*************************************
ΘΕΡΙΝΗ ΦΑΝΤΑΣΙΑ, 2: ΚΑΡΜΕΛΑ
Ἢ Μερκαδάντε ἢ Τζινγκαρέλι ἢ Τσιμαρόζα
ἢ κάτι τέτοιο, μιὰ ὄπερα ναπολιτάνα
ἀπ᾽ τὶς συνήθεις, μὲ καθορισμένα πλάνα
ρυθμῶν, γυρνοῦσε νά ᾽ναι λίγο καπριτσιόζα,
καὶ φλόγες νὰ πετάει μέσ᾽ ἀπ᾽ τὴν ἀφάνα
τῆς κόμης σου. Θυμίσου, ξαφνικὰ τὰ κόζα
ἀλλάξανε, καὶ οἱ νότες πῆραν ἄλλη πόζα
λὲς καὶ κιθάριζε Oye cómo va ὁ Σαντάνα.
Καὶ στὴν ταράτσα τσὰ-τσὰ-τσὰ χορέψανε ὅλα
τὰ κύτταρά μας μὲ ὑβριδικὸ τὸ μέλος
νὰ ἐξαπολύεται σὰν ἄνυσμα, σὰν βέλος
στὸν χῶρο μὲ τ᾽ ἀστέρια του τ᾽ ἀστραποβόλα.
Τὸ γεγονὸς χαράκωσε μιὰν ἀστασία
στοῦ ἑλληνικοῦ καλοκαιριοῦ τὴ φαντασία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου